LOGO IM 15

ΜΝΗΜΟΣΥΝΑ

ΜΝΗΜΟΣΥΝΑ

 

Σκοπός Τελέσεως καί  Ὀρθή Προετοιμασία

Ἡ λέξη παράγεται ἀπό τήν λ. μνήμη καί ἡ ρίζα τῆς βρίσκεται στό ρῆμα μι-μνῄ-σκω/-ομαι, πού σημαίνει ὑπενθυμίζω/ἐνθυμοῦμαι ἀντιστοίχως. Τό μνημόσυνο, λοιπόν, εἶναι μία ἔκφραση ἀγάπης τῶν ζώντων, οἱ ὁποῖοι ἐνθυμοῦνται-προσεύχονται γιά τούς κεκοιμημένους. Ἀναφέρεται χαρακτηριστικά εἰς τήν ἀκολουθία: «Ἀνάπαυσον ἐν χώρᾳ ζώντων», «Μετά τῶν Ἁγίων ἀνάπαυσον». Τί σημαίνει ὅμως αὐτό;

Ἡ Ἐκκλησία, ὡς Σῶμα Χριστοῦ, προσεύχεται νά σωθοῦν ὅλα, ἀνεξαιρέτως, τά μέλη της. Προσευχόμαστε, λοιπόν, ὥστε οἱ κεκοιμημένοι ἀδελφοί μας νά γίνουν Ἅγιοι, ὅπως λέγει ὁ μακαριστός π. Ἰωάννης Ρωμανίδης.

Κάνοντας μία ἱστορική ἀναδρομή, παρατηροῦμε ὅτι ἡ χριστιανική Ἐκκλησία καθιέρωσε εὐθύς ἐξαρχῆς, εἰδικές προσευχές γιά τήν ἀνάπαυση τῶν ψυχῶν τῶν κεκοιμημένων πατέρων καί ἀδελφῶν μας. Αὐτό ἀποτελεῖ συνέπεια τῆς πίστεως καί τῆς διδασκαλίας της, ὅτι δηλαδή οἱ ἀποθανόντες πιστοί ζοῦν καί μετά θάνατον ἐν Χριστῷ καί ὅτι ἡ κοινωνία πίστεως καί ἀγάπης μεταξύ ζώντων καί τεθνεώτων δέν παύει νά ὑφίσταται καί  ἐκφράζεται μέ ἀμοιβαῖες προσευχές. Οἱ ζῶντες δέονται ὑπέρ τῶν κεκοιμημένων καί οἱ κεκοιμημένοι ὑπέρ τῶν ζώντων, ἰδιαίτερα μάλιστα οἱ Ἅγιοι, πού ἔχουν παρρησία στόν Θεό. Ἔτσι, καθιερώθηκαν προσευχές καί ἀκολουθίες ὑπέρ τῶν τεθνεώτων καί εἰς μνήμην αὐτῶν, τά μνημόσυνα.

 Μέ τόν τρόπον αὐτό ἡ Ἐκκλησία συνεχίζει μία πανανθρώπινη παράδοση καί πρακτική. Νεκρικά ἔθιμα, πού προϋπῆρχαν τῆς ἐποχῆς τῆς ἐλεύσεως τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ἱδρύσεως καί ἐξαπλώσεως τῆς Ἐκκλησίας, τώρα, ἐκχριστιανιζόμενα καί ἀποκαθαιρόμενα ἀπό προλήψεις καί δεισιδαιμονίες, συνεχίζονται ἀπό Αὐτήν λαμβάνοντας νέο περιεχόμενο καί νόημα. Στήν Παλαιά Διαθήκη ἀπαντοῦν μαρτυρίες γιά τήν πρό Χριστοῦ ἰουδαϊκή πράξη. Στόν Τωβίτ 4,17 ὑπάρχει ἡ προτροπή «ἔκχεον τούς ἄρτους σου ἐπί τόν τάφον τῶν δικαίων», ἡ ὁποία ὑπαινίσσεται τήν τέλεση νεκροδείπνων στούς τάφους ἤ τήν προσφορά ἐλεημοσυνῶν στούς φτωχούς, εἰς μνημόσυνο τῶν ἀπελθόντων. Στό Β΄  Μακκαβαίων 12, 43-45 μαρτυρεῖται ἡ τέλεση θυσιῶν «περί ἁμαρτίας» ὑπέρ τῶν «μετ’ εὐσεβείας κοιμωμένων». Ὁ δέ Ἰούδας ὁ Μακκαβαῖος ἔστειλε στόν ναό τῶν Ἱεροσολύμων τά ἀπαιτούμενα γιά νά τελεσθεῖ θυσία γιά ἐκείνους πού ἔπεσαν στόν πόλεμο.

Οἱ Χριστιανοί συνεχίζουν τά ἀνωτέρω μέ ἕναν διπλό τρόπο: τίς ἐλεημοσύνες ὑπέρ τῶν τεθνεώτων, ὡς ἔκφραση ἀγάπης πρός αὐτούς, ἀλλά καί τούς ἐνδεεῖς, καί τίς προσευχές. Ἤδη οἱ «Ἀποστολικές Διαταγές» (τέλος τοῦ 4ου αἰῶνος) συνιστοῦν νά δίδονται «ἐκ τῶν ὑπαρχόντων» τοῦ νεκροῦ καί «εἰς ἀνάμνησιν αὐτοῦ» ἐλεημοσύνες στούς φτωχούς Η΄, 42). Τό ἴδιο συνιστοῦν καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὁ Ἅγιος Ἱερώνυμος καί ὁ Τερτυλλιανός.

Παρόμοια, γιά τήν δικαιολόγηση τῆς ἐπιλογῆς τῶν ἡμερῶν τελέσεως τῶν μνημοσύνων, ἔχουν δοθεῖ πολλές θεολογικές ἑρμηνεῖες μέ ἀναγωγές στήν Παλαιά Διαθήκη, στήν θεολογική σημασία τῶν ἀριθμῶν καί ἰδιαιτέρως στόν βίο καί στίς ἐμφανίσεις τοῦ Κυρίου μας μετά τήν Ἀνάστασή Του :

Α) Ἡ Ἁγία Τριάς, ἡ τριήμερος ταφή τοῦ Κυρίου (τά τρίτα ἤ τριήμερα).

Β)  Τά ἀγγελικά τάγματα ἤ ὁ ἱερός ἀριθμός 3x3 ἤ ἡ ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου, κατά τήν ὄγδοη μετά τήν Ἀνάσταση ἡμέρα, (τά ἔνατα ἤ ἐννιάμερα).

 Γ) Ἡ Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, σαράντα ἡμέρες μετά τήν Ἀνάσταση, (τά τεσσαρακοστά ἤ τεσσαρακονθήμερα) καί οὕτω καθεξῆς.

  Ἕνα πάντως εἶναι σημαντικό, ὅτι ἡ Ἐκκλησία διατήρησε προχριστιανικά ἤθη, πού δέν ἀντέλεγαν στή διδασκαλία της, ἔδωσε σ’ αὐτά καινό-χριστιανικό νόημα καί τροποποίησε μερικά γιά θεολογικούς λόγους.

 Ἀπό τά σωζόμενα τυπικά διαφόρων Μονῶν μαθαίνουμε τά νεκρικά ἔθιμα, πού τηροῦνταν στά μοναστήρια καί προφανῶς καί στίς κατά κόσμον ἐκκλησίες. Ἐπί τίς σαράντα πρῶτες ἡμέρες ἐγίνετο καθημερινῶς, κατά τίς ἀκολουθίες τοῦ ἑσπερινοῦ καί τοῦ ὄρθρου, εἰδική δέηση ὑπέρ τοῦ κοιμηθέντος καί προσεφέρετο ὑπέρ αὐτοῦ ἡ Ἀναίμακτος Θυσία.

Στήν ἰδιαιτέρως μεγάλη σπουδαιότητα τῆς τελέσεως τῆς Θείας Εὐχαριστίας ὑπέρ τοῦ κεκοιμημένου, τῆς μνημονεύσεώς του κατ’ αὐτήν καί τῆς ὠφελείας του ἀπό αὐτήν ἀναφέρονται καί οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἤδη ἀπό τόν 4ο  αἰώνα, ὁ  ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων τονίζει ὅτι «μεγίστην ὤνησιν» (δηλαδή μεγάλη ὠφέλεια) εὑρίσκουν οἱ ψυχές «ὑπέρ ὧν ἡ δέησις προσφέρεται τῆς ἁγίας καί φρικωδεστάτης προκείμενης θυσίας» (Μυσταγωγική Κατήχησις, Ε΄, 9). Ἀλλά καί ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης (15ος αἰών), ἑστιάζοντας στήν μνημόνευση καί στήν ὠφέλεια τῶν κεκοιμημένων κατά τήν ἐξαγωγή τῶν μερίδων στήν Πρόθεση, ἀναφέρει ὅτι μέ τόν τρόπο αὐτό, δηλαδή διά τῆς μερίδος τους στό ἱερό δισκάριο, μετέχουν μυστηριωδῶς καί ἀοράτως τῆς χάριτος, κοινωνοῦν, παρακαλοῦνται, σῴζονται καί εὐφραίνονται ἐν Χριστῷ (Διάλογος, κεφ. 373).

Χαρακτηριστική εἶναι ἡ στιγμή πρίν ἀπό τήν Θεία Κοινωνία, κατά τήν Συστολή (τήν Ἕνωση τοῦ θείου Σώματος καί Αἵματος τοῦ Χριστοῦ), ὅπου ὁ λειτουργός Ἱερεύς ἤ ὁ Διάκονος τοποθετώντας τίς μερίδες τῶν μνημονευθέντων κατά τήν προσκομιδή ζώντων καί κεκοιμημένων ἀδελφῶν μας στό Ἱερό Δισκοπότηρο, χαμηλοφώνως λέγει τήν ἑξῆς Εὐχή: «Ἀπόπλυνον, Κύριε, τά ἁμαρτήματα τῶν ἐνθάδε μνημονευθέντων δούλων σου τῷ Αἵματί σου τῷ Ἁγίῳ· πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου καί πάντων σου τῶν ἁγίων. Ἀμήν». (Δηλαδή: Καθάρισε - σβῆσε ἐντελῶς, Κύριε, τίς ἁμαρτίες, ὅσων ἐδῶ μνημονεύθηκαν ( ἀπό τόν Ἱερέα στήν Προσκομιδή ) δούλων Σου  μέ τό Αἷμα Σου τό Ἅγιο· διά πρεσβειῶν τῆς Θεοτόκου καί ὅλων Σου τῶν ἁγίων. Ἀμήν).

Συμπεραίνουμε, ἑπομένως, ὅτι τό κυρίως μνημόσυνο τοῦ κεκοιμημένου γίνεται διά τῆς Θείας Λειτουργίας καί ὅτι ἡ ἀληθινή ἀκολουθία τοῦ μνημοσύνου εἶναι συνδεδεμένη ἀρρήκτως μέ τήν τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἡ Θεία Λειτουργία ἀποτελεῖ τό κορυφαῖο λατρευτικό γεγονός τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Ἀναφέρει χαρακτηριστικά ὁ μύστης τῆς Λειτουργικῆς,  Ἱερομόναχος Γρηγόριος Ἁγιορείτης: «Ὅταν ἕνας χριστιανός λέει «Ἐκκλησιάζομαι, πηγαίνω στή Θεία Λειτουργία», ἐννοεῖ κατά κανόνα, ὅτι πηγαίνει στόν ναό καί παρακολουθεῖ τήν Θεία Λειτουργία. Ὅμως, ἡ Θεία Λειτουργία δέν εἶναι ἕνα θέαμα πού τό  παρακολουθοῦμε ἁπλῶς, οὔτε καί ἡ ἀκρόαση ὕμνων καί ἀναγνώσεων. Εἶναι ἕνα ἔργο θεϊκό, τό ὁποῖο τελεῖ ὁ ἱερεύς τοῦ Θεοῦ μαζί μέ τόν λαόν τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἴδια ἡ λέξη «Λειτουργία» σημαίνει: λαοῦ (λεῖτος=δῆμος, λαός) + ἔργον. Ἑπομένως, πηγαίνω στόν ναό γιά τήν Θεία Λειτουργία σημαίνει: Πηγαίνω στόν ναό καί συμμετέχω στήν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας. Πηγαίνω γιά νά ἐργασθῶ ἔργον θεῖον. Καί αὐτό τό ἔργον εἶναι ἡ δοξολογία καί ἡ εὐχαριστία τοῦ Θεοῦ γιά τήν δωρεά τῆς ἀπείρου ἀγάπης Του».

Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ὅτι καθόλου τυχαία δέν ἔχουν συνδέσει οἱ Πατέρες, ἀλλά καί ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας τά μνημόσυνα μέ τήν Θεία Λειτουργία. Σέ αὐτήν τήν κατ’ ἐξοχήν εὐχαριστιακή σύναξη ἐμεῖς οἱ ζῶντες προσευχόμαστε καί παρακαλοῦμε τόν Κύριό μας γιά τούς κεκοιμημένους ἀδελφούς μας. Ἰδιαίτερα δέ, γιά τήν οἰκογένεια ἡ ὁποία τελεῖ καί τό ἱερό μνημόσυνο, ἰσχύει ὅτι θά πρέπει νά ἔχει προετοιμαστεῖ κατάλληλα, ὥστε νά συμμετάσχει καί στήν κορύφωση τῆς Θείας Λειτουργίας, πού εἶναι τό ἱερό μυστήριό της Θείας Εὐχαριστίας. Δηλαδή, οἱ ἄμεσα πενθοῦντες θά πρέπει μέ τήν συμβολή καί τήν ὑπόδειξη τοῦ πνευματικοῦ τους ἡ τοῦ ἱερέως τῆς ἐνορίας τους νά μετανοήσουν, νά ἐξομολογηθοῦν, νά νηστεύσουν καί νά μετάσχουν τῆς Θείας Κοινωνίας (Εὐχαριστίας). Μόνον μέ αὐτόν τόν τρόπο συμμετέχουν, ἀλλά καί βοηθοῦν οὐσιαστικά τίς ψυχές τῶν κεκοιμημένων προσφιλῶν τους προσώπων, τά ὁποῖα πορεύονται πλέον εἰς τήν αἰωνιότητα καί εἰς τήν τελική κρίση.

Σέ ὅλην αὐτήν, ἑπομένως, τήν διαδικασία τῶν μνημοσύνων, ἡ σχέση τῶν πενθούντων μέ τήν ἐνορία τους καί τόν ἱερέα αὐτῆς εἶναι ἄκρως οὐσιαστική καί καθοριστική, γιατί, ὅπως χαρακτηριστικά λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, «τό καλό δέν εἶναι καλό, ὅταν δέν γίνεται καλῶς».      

Εικόνα1Ὡς ἐκ τούτου, ἡ ὀρθή προετοιμασία τῶν μνημοσύνων προϋποθέτει τήν ἄμεση καί συχνή ἐπικοινωνία μέ τόν ὑπεύθυνο κληρικό τῆς ἐνορίας, στήν ὁποία θά τελεσθοῦν. Αὐτός εἶναι ὁ μόνος, ὁ ὁποῖος θά ἐνημερώσει καί θά συνεννοηθεῖ μέ τούς πενθοῦντες γιά τήν σωστή τέλεση τῶν ἀκολουθιῶν, γιά τήν ἡμερομηνία καί τήν ὥρα τελέσεως, προπάντων δέ, γιά τό τί ἀκριβῶς χρειάζεται γιά τήν ὑλοποίησή τους.  Ὁ σύγχρονος Ἅγιός μας, ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ἀναφερόμενος στά μνημόσυνα λέγει: «Τά μνημόσυνα εἶναι ὁ καλύτερος δικηγόρος γιά τίς ψυχές τῶν κεκοιμημένων. Ἔχουν τήν δυνατότητα καί ἀπό τήν κόλαση νά βγάλουν τήν ψυχή… Πόσοι κεκοιμημένοι ἔχουν ἀνάγκη οἱ καημένοι καί ζητοῦν βοήθεια καί δέν ἔχουν κανέναν νά προσεύχεται γι’ αὐτούς».

Ἀγαπητοί μας, ἡ μνημόνευση τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν μας καί ἡ τέλεση μνημοσύνων γιά τήν ἀνάπαυση καί τήν ἐνίσχυση τῶν ψυχῶν τους ἀποτελεῖ βασική ὑποχρέωση τῶν ὀρθόδοξων Χριστιανῶν. Ὑφίσταται, ὅμως, καί ὡς χαρακτηριστικό της ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως αὐτή εἰκονίζεται στό ἱερό Δισκάριο τῆς Προθέσεως καί πραγματώνεται σέ κάθε Θεία Λειτουργία, ὅπου ζῶντες καί κεκοιμημένοι, σέ πλήρη ἑνότητα μέ τόν Ἐπίσκοπο, μέ τά τάγματα τῶν Ἁγίων καί τήν Κυρία Θεοτόκο, ἀποτελοῦν τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας μέ κέντρο καί κεφαλή της τόν Κύριο τῆς Δόξης, Ἰησοῦ Χριστό.

 

Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Πετρόπουλος

Ἀρχιερατικός Ἑπίτροπος Βοστίτσης (Αἰγίου)

e-shop

eshop.png

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ

  • Διεύθυνση: Ρωμανιώλη 41, Αίγιο
  • Τηλέφωνα: 26910-21776 & 26910-21777
  • Φαξ: 26910-60127
  • E-mail: imkaigial@gmail.com

Στατιστικά

  • Εμφανίσεις Άρθρων 589552