LOGO IM 15

«Ορθόδοξες διαχρονικές απαντήσεις σε σύγχρονους προβληματισμούς των νέων μέσα από τον Ακάθιστο Ύμνο»

Γεώργιος Πιτσινέλης

 

Σεβασμιώτατε Ποιμενάρχα της θεοσώστου Μητροπόλεως Καλαβρύτων και Αιγιαλείας κύριε Ιερώνυμε,

Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κύριε Ιουστίνε,

Σεβαστή χορεία των Πατέρων, Μοναχών και Μοναζουσών,

Αξιότιμοι εκπρόσωποι των πολιτικών και δημοτικών αρχών και φορέων,

Αξιότιμοι συνάδελφοι της εκπαιδευτικής κοινότητας,

Αγαπητοί φοιτητές και μαθητές,

Κυρίες και κύριοι,

Καταρχήν εκφράζω τα θερμά μου συγχαρητήρια για την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία του σεπτού Ποιμενάρχη μας, της διοργάνωσης του παρόντος συνεδρίου που εντάσσεται στο ανύστακτο ενδιαφέρον του και στην πατρική του αγάπη για τη νεολαία, το μέλλον του τόπου μας. Επίσης εκφράζω τις καρδιακές μου ευχαριστίες για την ιδιαιτέρως τιμητική πρόσκληση να συμμετάσχω στο συνέδριο, συμβάλλοντας από τη θέση του δασκάλου στον διάλογο με τους νέους. Τέλος, εκφράζω την ευαρέσκεια και χαρά μου για την εντυπωσιακή παρουσία σήμερα εδώ των νέων ανθρώπων, που φανερώνει την αγάπη τους για την Εκκλησία και την υψηλή πνευματικότητά τους, το οποίο βεβαίως είναι αποτέλεσμα της αγωγής που λαμβάνουν από την οικογένεια, τους δασκάλους και την τοπική εκκλησία με την καθοδήγηση του φωτισμένου Μητροπολίτη της.

Αρχικά, οφείλω να τονίσω το αυτονόητο. Ο λόγος της Εκκλησίας, που είναι ο λόγος του Ιδρυτή της του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, είναι ανέκαθεν διαχρονικός, σύγχρονος και επίκαιρος και απαντάει σε όλα τα ερωτήματα και τους προβληματισμούς των ανθρώπων, κάθε ηλικίας, και βεβαίως των νέων. Η προϋπόθεση για να λάβουμε τις απαντήσεις που χρειαζόμαστε είναι να ανοίξουμε τις καρδιές μας και να ενστερνιστούμε όσα μας διδάσκει η Εκκλησία.

Η Εκκλησία στο πέρασμα των αιώνων μετέφερε το χριστιανικό μήνυμα με διάφορους τρόπους. Κυρίαρχη θέση στη διάδοση του μηνύματος αυτού είναι το κήρυγμα, το οποίο λαμβάνει διάφορες μορφές. Μια από αυτές τις μορφές είναι ο ποιητικός λόγος. Στο στενό χρονικά πλαίσιο μιας ανακοίνωσης σε συνέδριο, ασφαλώς δεν είναι δυνατόν να αναπτυχθούν εις πλάτος όλα αυτά. Απλώς τα σημειώνω εντελώς επιγραμματικά εν είδει προλόγου. Επίσης διευκρινίζω ότι θα προσπαθήσω να μιλήσω με λόγο, όχι τόσο επιστημονικό όσο λόγο κατανοητό από τα παιδιά που δεν έχουν εντρυφήσει στα θέματα αυτά.

Ο ποιητικός λόγος στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας αφενός συντελεί κυρίως στην εξύμνηση, στη δοξολογία του Θεού και στην απόδοση τιμής στην Παναγία και τους Αγίους και αφετέρου στη μετάδοση του θείου λόγου στους πιστούς. Η ποίηση πάντοτε σε κάθε μορφή της, ακούγεται περισσότερο ευχάριστα, εντυπώνεται ευκολότερα στη μνήμη, με τη συνδρομή των σχημάτων λόγου, της ρυθμικότητας και μουσικότητας και λοιπών μηχανισμών. Στο πλαίσιο αυτό, για την ικανοποίηση των αναγκών της Εκκλησίας, γεννήθηκε και αναπτύχθηκε στο Βυζάντιο η Υμνογραφία. Σπουδαίο είδος αυτής είναι ο Ύμνος, που κυριάρχησε τον 6ο αιώνα με τον σπουδαίο ποιητή Ρωμανό Μελωδό. Το είδος του Ύμνου στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας αντικαταστάθηκε λίγους αιώνες αργότερα από τον Κανόνα, το δεύτερο σπουδαίο υμνογραφικό είδος. Ο Κανόνας είναι αυτός που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα από την Εκκλησία μας. Από τον Ύμνο έχει επιβιώσει εν χρήσει μόνο το προοίμιο και ο πρώτος οίκος.

Βασικά μοναδικά μορφολογικά χαρακτηριστικά του Ύμνου είναι το προοίμιο και οι οίκοι, δηλαδή οι στροφές του, η ακροστιχίδα, που είναι κυρίως μια φράση που σχηματίζεται από τα αρχικά γράμματα όλων των οίκων, το εφύμνιο, που είναι ο σταθερά επαναλαμβανόμενος τελευταίος στίχος κάθε οίκου, και το ρυθμοτονικό μέτρο, που είναι ένα και μοναδικό σε κάθε ύμνο.

Μετά την πολύ σύντομη αυτή εισαγωγή, ας περάσουμε στο κείμενο που επιλέξαμε να σας παρουσιάσουμε και από το οποίο θα προσπαθήσουμε να αντλήσουμε απαντήσεις σε προβληματισμούς των νέων. Το κείμενο αυτό είναι ο Ακάθιστος Ύμνος. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ύμνους, ίσως ο σημαντικότερος, της βυζαντινής υμνογραφίας. Χαρακτηριστικό είναι ότι αποτελεί τον μοναδικό ύμνο που ψάλλεται ολόκληρος μέχρι τις μέρες μας.

     Ο Ακάθιστος Ύμνος είναι αφιερωμένος στην μεγάλη θεομητορική εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Το συναξάριο που αναφέρεται στον Ακάθιστο (διαβάζεται το Σάββατο της 5ης εβδομάδος της Μ. Τεσσαρακοστής) συνδέει τον ύμνο με τα γεγονότα του έτους 626, επί αυτοκράτορος Ηρακλείου. Συγκεκριμένα, την ώρα που ο αυτοκράτορας έλειπε από την Κωνσταντινούπολη σε εκστρατεία, η πόλη δέχθηκε επίθεση και πολιορκήθηκε από Σλάβους και Αβάρους. Ελλείψει του αυτοκράτορα, ανέλαβε την οργάνωση της υπεράσπισης της πόλης ο πατριάρχης Σέργιος, με τη βοήθεια υποτυπώδους φρουράς. Πράγματι, οι επιτιθέμενοι εξαναγκάσθηκαν σε υποχώρηση. Η σωτηρία της πόλης αποδόθηκε σε θαυματουργική παρέμβαση της Παναγίας, της προστάτιδας της πόλης. Έτσι οι κάτοικοί της συγκεντρώθηκαν στον ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, όπου έψαλαν προς τιμήν της Παναγίας όρθιοι ολονύκτια ευχαριστία. Από εκεί έλαβε το όνομά του ο Ακάθιστος Ύμνος.

Όπως και εμείς σήμερα αφιερώνουμε σκέψη, χρόνο και χρήματα προκειμένου να επιλέξουμε ένα όμορφο, ξεχωριστό και πολύτιμο δώρο, τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενό του, ως έμπρακτη ένδειξη της αγάπης, της ευγνωμοσύνης, της ικανοποίησής μας, έτσι και τότε η Κωνσταντινούπολη επέλεξε να προσφέρει στην ευεργέτιδά της Παναγία τον Ακάθιστο Ύμνο, το ωραιότερο, το πιο ξεχωριστό δώρο σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη σωτηρία της. Και πράγματι ήταν το πιο ξεχωριστό, το πιο κομψό, γιατί ξεχώριζε από όλους τους άλλους Ύμνους. Ας δούμε, εν τάχει, τις διαφοροποιήσεις αυτές.

Και ο Ακάθιστος αποτελείται από προοίμιο και οίκους. Όμως, σε αντίθεση με ένα τυπικό ύμνο, ο Ακάθιστος έχει δύο προοίμια. Το πρώτο προοίμιο είναι το Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς… και το περιεχόμενό του αναφέρεται στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Το δεύτερο είναι το γνωστό Τῇ Ὑπερμάχῳ στρατηγῷ…, το οποίο συνδέεται με τα προαναφερθέντα γεγονότα της πολιορκίας της Κωνσταντινούπολης. Επίσης, η ακροστιχίδα του Ακαθίστου είναι αλφαβητική (δηλαδή τα αρχικά γράμματα των οίκων σχηματίζουν την αλφαβήτα), σε αντίθεση με τη μεγάλη πλειοψηφία των άλλων ύμνων, που όπως είπαμε είναι φραστική. Η επιλογή της αλφαβητικής ακροστιχίδας δεν είναι τυχαία, καθώς ο ίδιος ο Κύριος λέγει ότι Εκείνος είναι το Α και το Ω. Περαιτέρω, σε όλους τους άλλους ύμνους, όλοι οι οίκοι ενός ύμνου έχουν το ίδιο αριθμό στίχων. Αντίθετα, στον Ακάθιστο οι οίκοι χωρίζονται σε δύο ομάδες, εναλλάξ, στους περιττούς (μονούς: Α, Γ, Ε κλπ) και στους άρτιους (ζυγούς: Β, Δ, ΣΤ κλπ). Οι περιττοί έχουν μεγαλύτερη έκταση σε σχέση με τους άρτιους. Συγκεκριμένα, όλοι οι άρτιοι έχουν 5 στίχους + 1 (εφύμνιο) = 6, ενώ όλοι οι περιττοί έχουν 5 στίχους + 12 επιπλέον στίχους + 1 (εφύμνιο) = 13, που περιέχουν τους Χαιρετισμούς στην Παναγία. Οι άρτιοι δεν περιέχουν Χαιρετισμούς. Επιπρόσθετα, σε αντίθεση με όλους τους άλλους ύμνους, στον Ακάθιστο δεν έχουν όλοι οι οίκοι το ίδιο εφύμνιο. Οι περιττοί οίκοι (που όπως είπαμε είναι εκτενέστεροι και περιέχουν τους Χαιρετισμούς) έχουν εφύμνιο το Χαῖρε, νύμφη ανύμφευτε· ενώ οι άρτιοι οίκοι έχουν εφύμνιο το Ἀλληλούια (δηλαδή αινείτε τον Κύριο).

Εξάλλου και η διαπραγμάτευση του θέματος του Ακαθίστου, δηλαδή ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, δεν είναι ενιαία. Συγκεκριμένα, ο Ύμνος μπορεί να διακριθεί σε 2 ενότητες. Η πρώτη ενότητα, που αποτελείται από τους 12 πρώτους οίκους, είναι αφηγηματική. Με βάση το ευαγγελικό κείμενο, το οποίο δεν ακολουθείται κατά λέξη, αλλά εμπλουτίζεται με ποιητική ελευθερία και λυρισμό,  ο ποιητής αρχίζει την αφήγηση με τον Χαιρετισμό του αρχαγγέλου Γαβριήλ στην Θεοτόκο, ομιλεί για την επίσκεψη της Παρθένου στην Ελισάβετ, για τις υποψίες του μνηστήρα της Παρθένου Ιωσήφ, για την προσκύνηση του Κυρίου από τους ποιμένες και τους μάγους, για τη φυγή του Χριστού στην Αίγυπτο και φτάνει μέχρι  και την Υπαπαντή του Χριστού. Η δεύτερη ενότητα έχει χαρακτήρα θεολογικό, δογματικό. Αναλύεται πώς η ενσάρκωση του Χριστού δημιουργεί τη Νέα Κτίση. Γίνεται λόγος για την άσπορο σύλληψη και ενανθρώπηση του Χριστού, για τη θεία και την ανθρώπινη φύση του Χριστού, τη θέωση των ανθρώπων. Ο ύμνος ολοκληρώνεται με την επίκληση στη Θεοτόκο Ὦ πανύμνητε Μῆτερ…, με την οποία αναδεικνύεται η θεομητορική αξία της Θεοτόκου.

Πέρα από αυτές τις διαφοροποιήσεις έναντι όλων των άλλων Ύμνων, ο Ακάθιστος είναι στολισμένος στον μέγιστο βαθμό με σχήματα λόγου, εικόνες, παρομοιώσεις, μεταφορές, ομοιοτέλευτα, πολλά από τα οποία έχουν διατηρηθεί ως φράσεις ή ως ποιητικές πρακτικές μέχρι σήμερα. Όλα αυτά τα στοιχεία, όπως είπαμε, κάνουν τον Ακάθιστο Ύμνο ξεχωριστό δώρο, ξεχωριστό μνημείο του λόγου, και για αυτό μέχρι σήμερα τον ακούμε ολόκληρο στις εκκλησίες μας αλλά και τον χρησιμοποιούμε και κατ’ ιδίαν σε κάθε δύσκολη περίσταση.

Για τους παραπάνω λόγους επιλέξαμε να αντλήσουμε από το μοναδικό αυτό κείμενο απαντήσεις και μηνύματα για καίριους προβληματισμούς των νέων αλλά και όλων μας.

  • Πρωταρχικό ερώτημα σήμερα που «βομβαρδίζονται» οι νέοι από πολλούς «σωτήρες», «σοφούς», από πολλές ιδεολογίες που υπόσχονται πολλά και «ελκυστικά»: Σε ποιον στηριζόμαστε και σε ποιον εμπιστευόμαστε τις ζωές μας και γιατί;

Ας ψάξουμε την απάντηση στο κείμενο του Ακαθίστου. Γράφει στον οίκο ιη΄:

Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον, ὁ τῶν ὅλων Κοσμήτωρ, πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε· καὶ ποιμὴν ὑπάρχων ὡς Θεός, δι᾿ ἡμᾶς ἐφάνη καθ᾿ ἡμᾶς ἄνθρωπος· ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέσας, ὡς Θεὸς ἀκούει· Ἀλληλούϊα.

Ο οίκος αναφέρεται στην εκούσια πρωτοβουλία του Θεού να ταπεινωθεί με τη θέλησή του γινόμενος άνθρωπος, και στον σκοπό αυτής της ταπείνωσης, που είναι η σωτηρία του κόσμου (σῶσαι θέλων), των ανθρώπων. Η αγάπη του Θεού προς το δημιούργημά του γίνεται επιθυμία για τη σωτηρία του. Θέλων, αὐτεπάγγελτος: Ο Θεός, όπως είπαμε, από την αγάπη του για τον άνθρωπο επιθύμησε να τον σώσει, κινούμενος από μόνος του. Δεν απαίτησε την ταπείνωση των ανθρώπων. Δεν περίμενε να τον παρακαλέσουν, να τον ικετεύσουν, να πέσουν στα πόδια του, για να τους σώσει. Ταπεινώθηκε ο ίδιος. Η χριστιανική πίστη είναι διαφορετική από τη στρεβλή εικόνα που παρουσιάζεται σήμερα. Ο Θεός δεν είναι ο σκληρός τιμωρός. Είναι όμως το παράδειγμα προς μίμηση. Έτσι κι εμείς πρέπει από αγάπη προς τον συνάνθρωπο, τον όμοιό μας, να προστρέχουμε εθελουσίως, αὐτεπαγγέλτως, να βοηθάμε κι όχι να τον αντιμετωπίζουμε εγωιστικά και αφ’ υψηλού, θέλοντας να ταπεινώσουμε πρώτα τον άλλο, ως προϋπόθεση για να τον βοηθήσουμε. Ο Θεός ἦλθε πρὸς τοῦτον, δεν περίμενε πρώτα να προσέλθει εκείνος προς τον Θεό. δι’ ἡμᾶς – καθ’ ἡμᾶς: Με τον πρώτο εμπρόθετο δηλώνεται ο σκοπός της ενανθρωπήσεως: για μας. Με τη δεύτερη δηλώνεται η θεολογική ερμηνεία της ενανθρωπήσεως. Ο Θεός έγινε ένας άνθρωπος, σύμφωνα με εμάς, ίδιος με εμάς, όμοιος με εμάς. ὁμοίῳ - τὸ ὅμοιον: Επανάληψη, για να τονιστεί ότι ο άνθρωπος έγινε καθ’ ὁμοίωσιν του Θεού, αλλά και ότι ο Θεός ομοιώθηκε με τον άνθρωπο, γενόμενος άνθρωπος. Καλέσας: Ο Θεός προσκαλεί τον άνθρωπο για τη σωτηρία του (ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν). Δεν επιβάλλει τίποτα. Σημασία όμως έχει επίσης και το ότι προσκαλεί τον όμοιό του, δεν προσκαλεί τον κατώτερό του. Αν σε προσκαλέσει ένας ανώτερος, μπορεί και να αποδεχτείς την πρόσκληση από φόβο. Αν όμως σε προσκαλέσει ο ισότιμός σου, ένας φίλος σου, έχεις τη δυνατότητα ελεύθερα να του πεις πχ. σήμερα δεν μπορώ, δεν έρχομαι. Όμως κι ο Θεός δεν σώζει αφ’ υψηλού, άνευ κινδύνου, εκ του ασφαλούς. Μπαίνει ως όμοις στο πρόβλημα, αναλαμβάνει τους ίδιους κινδύνους, δοκιμάζει τον πόνο μέχρι θανάτου.

Επίσης στον οίκο κβ΄ γράφει: Χάριν δοῦναι θελήσας, ὀφλημάτων ἀρχαίων, ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων, ἐπεδήμησε δι᾿ ἑαυτοῦ, πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὐτοῦ χάριτος· καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον, ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως· Ἀλληλούϊα.

Ο ποιητής στον οίκο αυτό χρησιμοποιεί μια έντονη μεταφορά, για να δηλώσει την εθελούσια προσφορά του Θεού στο ανθρώπινο γένος. Το προπατορικό αμάρτημα, γενικότερα η αμαρτία, παρομοιάζεται με ένα αρχαίο χρέος που ακολουθεί και βαραίνει τον άνθρωπο. Ο Θεός έρχεται και διαγράφει, σκίζει αυτό το χρεόγραφο κι έτσι απαλλάσσει τον άνθρωπο από αυτό το βάρος. Μάλιστα το σχίσας χρησιμοποιείται για να δηλωθεί το ολοκληρωτικό, το οριστικό, το μόνιμο της απαλλαγής. Ο ποιητής επιλέγει μια οικεία δυσμενή κυριολεκτική κατάσταση για το ακροατήριό του, που μαστίζεται από δυσβάσταχτα χρέη (σε όλες τις εποχές, όπως και σήμερα), για να περιγράψει όσο πιο παραστατικά γίνεται αυτή την προσφορά του Θεού. Οι άνθρωποι αναμένουν τον λυτρωτή και των κυριολεκτικών χρεών τους αλλά και των μεταφορικών, των πνευματικών. Ο ποιητής συνδυάζει αυτές τις δύο καταστάσεις με ποιητική ευστοχία. ἐπεδήμησε - ἀποδήμους: παρήχηση (μέσω του κοινού β΄ συνθετικού), αντίθεση: δηλώνεται η αντιθετική κίνηση, ο Θεός προσεγγίζει τον άνθρωπο, ο άνθρωπος απομακρύνεται από τον Θεό. Δι’ ἑαυτοῦ: Ο ποιητής επισημαίνει ότι ο Θεός, από την αγάπη του προς τον άνθρωπο, πήγε προς εκείνον με δική του πρωτοβουλία. Ο Θεός προσεγγίζει τον άνθρωπο, παρότι ο δεύτερος απομακρύνεται από τον πρώτο. Δεν στέκεται εγωιστικά λέγοντας «ας έρθει εκείνος πίσω σε μένα, αφού μόνος του φεύγει. Ας μετανιώσει και ας γυρίσει πίσω. Ας έρθει να μου ζητήσει συγγνώμη. Εκείνος έφυγε, δεν θα τον κυνηγήσω να γυρίσει». Είναι φράσεις που συνήθως ακούμε ή και χρησιμοποιούμε κι εμείς. Όμως ο Θεός μας δείχνει τον ορθό δρόμο της αγάπης. Προσεγγίζουμε μόνοι μας τον πάσχοντα ή τον πταίσαντα σε σφάλμα συνάνθρωπο, για να τον βοηθήσουμε να λυτρωθεί. Πέρα από αυτό όμως, δηλώνεται και κάτι άλλο σημαντικό. Ο Θεός έρχεται ο ίδιος αυτοπροσώπως να σώσει τον άνθρωπο, ταπεινώνεται και θυσιάζεται ο ίδιος από την αγάπη του, δεν το κάνει δι’ αντιπροσώπου. Δεν στέλνει άλλον, πχ. ένα άγγελο, μένοντας ο ίδιος στην «ασφάλεια του ουρανού».

Στο Προοίμιο σημειώνεται: Ὁ κλίνας τῇ καταβάσει τοὺς οὐρανούς, χωρεῖται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν σοί… Στον οίκο ιδ΄: διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεός, ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος, βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος, τοὺς αὐτῷ βοῶντας· Ἀλληλούϊα. Στον οίκο ιε΄: Ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω, καὶ τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν, ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος, στον οίκο ιστ΄: τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς Θεόν, ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον.

Κι εδώ τονίζεται η εθελούσια προσφορά του Θεού να πλησιάσει ο ίδιος τους ανθρώπους, να ταπεινωθεί, προκειμένου να τους σώσει, προσφερόμενος ολοκληρωτικά στον σκοπό αυτό. Ο Θεός από αγάπη προς τον άνθρωπο τον ανυψώνει, με τη θέλησή του, όχι πιεζόμενος από κάποια ανάγκη. Ο Θεός γίνεται προσιτός στους ανθρώπους. Όλοι μπορούν να τον πλησιάσουν, να τον αγγίξουν, να μιλήσουν μαζί του. Ποιος άλλος είναι πραγματικά προσιτός σε όλους, ποιος ταπεινώνεται για χάρη μας και όχι μόνο για το θεαθήναι, όπως συμβαίνει σήμερα; Και δεν ταπεινώνεται απλώς ισοπεδωτικά προς τα κάτω, εξακολουθώντας να παραμένουν όλοι χαμηλά, αλλά το πράττει για να ανυψώσει τον άνθρωπο. Διότι αυτός είναι ο σκοπός, η ανύψωση, η θέωσή του. Ποιος άλλος προσπαθεί να σε οδηγήσει στο ίδιο ύψος με εκείνον; Οι περισσότεροι ταγοί, κινούμενοι εγωιστικά, δεν επιθυμούν να φτάσουμε στο «ύψος» τους…

Κι όλα αυτά γιατί; Διότι, όπως σημειώνεται στον οίκο θ΄ χαῖρε, Κύριον φιλάνθρωπον ἐπιδείξασα Χριστόν, ο Κύριος είναι φιλάνθρωπος, αγαπάει τον άνθρωπο, κινείται από την άφατη αγάπη του.

Ιδού λοιπόν η απάντηση στο πρώτο ερώτημα. Δεν ψάχνουμε αλλού, κλείνουμε τα αυτιά μας σε διάφορες ελκυστικές σειρήνες, σε δήθεν σωτήρες και προστάτες. Εμπιστευόμαστε τις ζωές μας στον Κύριο, που μας αγαπάει ειλικρινά, χωρίς εγωισμό, που έρχεται από μόνος του δίπλα μας και γίνεται ίδιος με εμάς για να μας βοηθήσει, να μας δώσει λύσεις, να μας ανυψώσει, να μας σώσει.

  • Ένα επόμενο θέμα που προβληματίζει τους νέους μας σήμερα ιδιαίτερα, είναι το εξής. Οι νέοι είναι σωστό να αμφιβάλλουν, να αμφισβητούν, να αντιδρούν; Είναι κατακριτέος όποιος «τολμά» να εκφράσει μια αντίθετη γνώμη, να αμφισβητήσει την «αυθεντία»; Απαντήσεις δίνει και σε αυτά τα ερωτήματα το κείμενο του Ακαθίστου, που βασίζεται βέβαια στο κείμενο του Ευαγγελίου.

Σημειώνεται στους οίκους β΄ και γ΄: Βλέπουσα ἡ Ἁγία, ἑαυτὴν ἐν ἁγνείᾳ, φησὶ τῷ Γαβριὴλ θαρσαλέως· Τὸ παράδοξόν σου τῆς φωνῆς, δυσπαράδεκτόν μου τῇ ψυχῇ φαίνεται· ἀσπόρου γὰρ συλλήψεως τὴν κύησιν πῶς λέγεις; κράζων· Ἀλληλούϊα. // Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι, ἡ Παρθένος ζητοῦσα, ἐβόησε πρὸς τὸν λειτουργοῦντα· Ἐκ λαγόνων ἁγνῶν Υἱόν, πῶς ἐστι τεχθῆναι δυνατόν; λέξον μοι. Πρὸς ἣν ἐκεῖνος ἔφησεν ἐν φόβῳ, πλὴν κραυγάζων οὕτω·

Χαρακτηριστικό του Ακαθίστου Ύμνου, όπως και γενικότερα της Υμνογραφίας, είναι ο διάλογος. Εδώ έχουμε διάλογο μεταξύ Αρχαγγέλου και Παναγίας. Η Παναγία εκπλήσσεται και απορεί· απαντά στο μήνυμα που της μετέφερε ο Γαβριήλ. Η απάντηση και αντίδρασή της στα λεγόμενα του Αρχαγγέλου είναι εύλογη και φυσιολογική. Δεν τα δέχεται αμέσως και αβασάνιστα. Του απαντά με θάρρος (θαρσαλέως). Ο ποιητής δεν την κατακρίνει. Εμμέσως την επαινεί. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να την κατακρίνει, όταν το ίδιο το Ευαγγέλιο αναδεικνύει αυτή της την αντίδραση, αυτή της την αμφιβολία; Η αντίδρασή της δεν είναι αβάσιμη. Στηρίζεται στη λογική. «Αφού είμαι αγνή, δεν έχω γνωρίσει άνδρα, πώς γίνεται να συμβαίνουν αυτά που μου λες;» Κάθε άνθρωπος θα σκεφτόταν έτσι. Αυτό είναι πολύ σημαντικό ως παρατήρηση. Η Ορθοδοξία δεν θέλει άβουλα πλάσματα. Θέλει συνειδητούς πιστούς. Θέλει ανθρώπους που αμφιβάλλουν και αναζητούν την αλήθεια. Σκεφτείτε, το Ευαγγέλιο και ο ποιητής αναδεικνύουν μια απλή μικρή κοπέλα, 14-15 χρόνων, στην οποία εμφανίζεται ο Αρχάγγελος ξαφνικά μέσα στη νύχτα, ενώ είναι μόνη της. Κι όμως δεν υποτάσσεται αμέσως και δεν κατεβάζει το κεφάλι να αποδεχτεί αβασάνιστα όσα της λέει. Αλλά ούτε και τον απορρίπτει, δεν τον διώχνει. Βρίσκει το θάρρος να του εκφράσει την αντίρρησή της, βασισμένη πάντα σε λογικά επιχειρήματα. Αναλογιστείτε ότι δεν βρισκόμαστε στο 2023, βρισκόμαστε είκοσι αιώνες πριν, τότε που η θέση της γυναίκας δεν ευνοούσε μια θαρραλέα στάση, πόσο μάλλον μπροστά στον Αρχάγγελο! Το μήνυμα σε όλους μας είναι να έχουμε θάρρος, να αμφιβάλλουμε, πάντα με λογικά επιχειρήματα, να το «ψάχνουμε» και στο τέλος συνειδητά να αποδεχόμαστε την Αλήθεια του Χριστού. Όπως η μικρή Παναγία, έτσι και τα νέα παιδιά δικαιούνται να αμφιβάλλουν, να αμφισβητούν, να ορθώνουν το ανάστημά τους. Δεν δικαιολογείται όμως η στείρα αμφισβήτηση για την αμφισβήτηση, η αντίδραση για την αντίδραση. Αμφιβολία και αμφισβήτηση με επιχειρήματα. Όμως η αμφιβολία και η αμφισβήτηση πρέπει να συνοδεύονται από επιθυμία για μάθηση, για την αναζήτηση της αλήθειας, όπως ακριβώς η Παναγία επιδίωξε να μάθει από τον Αρχάγγελο. Κι όταν φτάνουμε στην Αλήθεια, δεν πρέπει να κλείνουμε τα μάτια και τα αφτιά μας, αλλά με πίστη να την αποδεχόμαστε. Όπως η Παναγία, αφού έμαθε την Αλήθεια, την αποδέχτηκε αβίαστα λέγοντας Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου.

Ανάλογο μήνυμα μας δίνει ο ποιητής και με την περιγραφή της στάσης και αντίδρασης του Ιωσήφ, του μνηστήρα της Παναγίας, στον οίκο στ΄: Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων, λογισμῶν ἀμφιβόλων, ὁ σώφρων Ἰωσὴφ ἐταράχθη, πρὸς τὴν ἄγαμόν σε θεωρῶν, καὶ κλεψίγαμον ὑπονοῶν Ἄμεμπτε· μαθὼν δέ σου τὴν σύλληψιν ἐκ Πνεύματος ἁγίου, ἔφη· Ἀλληλούϊα. Ο οίκος αυτός αναφέρεται στις υποψίες, στους λογισμούς αμφιβολίας του Ιωσήφ, όταν πληροφορήθηκε την είδηση. Ο Ιωσήφ μετά από αυτό σκέπτεται να διώξει την Μαρία από την οικία τους, χωρίς όμως να την εκθέσει δημόσια. Όμως άγγελος Κυρίου έρχεται στον ύπνο του και τον ενημερώνει για την αλήθεια. Έτσι αλλάζει γνώμη και αποδέχεται τη Μαρία. Το επεισόδιο περιγράφεται στο κατά Ματθαίο Ευαγγέλιο (1,19-25). Η αμφιβολία και οι υποψίες είναι αναμενόμενες για οποιονδήποτε άνθρωπο σκέπτεται με τη λογική. Έτσι προλαβαίνει ο ποιητής και τους πιστούς που φυσιολογικά θα τους περάσουν από το μυαλό παρόμοιες υποψίες, ώστε να μη νιώθουν «τύψεις» ότι τάχα δεν είναι τόσο πιστοί που σκέπτονται με δυσπιστία. Είναι αναμενόμενο κι αποδεκτό. Γι’ αυτό εξάλλου ο ίδιος ο ποιητής χαρακτηρίζει τον Ιωσήφ σώφρονα, που σημαίνει ότι δικαιολογεί απόλυτα τη στάση του. Μάλιστα ο ποιητής χρησιμοποιεί την ετυμολογική παρήχηση-αντίθεση ἄγαμον – κλεψίγαμον, για να καταστήσει πιο έντονη την αιτιολόγηση της υποψίας του Ιωσήφ. Θεωρῶν - ὑπονοῶν μαθών. Η πρώτη μετοχή δηλώνει την υποκειμενική γνώση που οδηγεί στη δεύτερη μετοχή που δηλώνει την υπόνοια, κι έρχεται η τρίτη, που δηλώνει την αντικειμενική γνώση, για να αποκαταστήσει την πρώτη που κλονίστηκε προς στιγμήν. Όμως αμέσως, για να μην υπάρξει ούτε στιγμιαία αμφιβολία, ο ποιητής επιχειρεί να διαψεύσει, με απόλυτο τρόπο, αυτή την υποψία και να «αποκαταστήσει» την Παναγία, με τη χρήση της προσφώνησης Ἄμεμπτε, λακωνικά με μια μόνο λέξη. Η αμφιβολία δεν έχει καμία αντικειμενική βάση. Η κατάληξη του οίκου, που είναι η αναφώνηση του Ἀλληλούια από τον Ιωσήφ, δηλώνει ότι ο Ιωσήφ, μαθαίνει, πείθεται και αποδέχεται την εξήγηση του αγγέλου για τη εκ Πνεύματος Αγίου σύλληψη της Θεοτόκου.

Αξίζει να επισημάνουμε ότι η εύλογη αμφιβολία του Ιωσήφ έχει περάσει και στην παράδοση της εικονογράφησης της Γεννήσεως του Χριστού, όπου ο Ιωσήφ στέκεται σε μια γωνία με κατεβασμένο το κεφάλι σκεπτικός και προβληματισμένος.

  • Ας περάσουμε τώρα στο τρίτο ερώτημα που συχνά θέτουν οι νέοι. Πώς επιζητούμε την αλήθεια; Πώς ψάχνουμε για να μάθουμε την αλήθεια; Πώς ανταποκρινόμαστε και πώς αποδεχόμαστε την αλήθεια, όταν τη βρούμε; Για να δούμε ποιες απαντήσεις μας δίνει στο ερώτημα αυτό ο Ακάθιστος:

(Προοίμιον) Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς, λαβὼν ἐν γνώσει, ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ Ἰωσήφ, σπουδῇ ἐπέστῃ, ὁ Ἀσώματος, λέγων τῇ Ἀπειρογάμῳ· // (Οίκος ε΄) Ἔχουσα θεοδόχον, ἡ Παρθένος τὴν μήτραν, ἀνέδραμε πρὸς τὴν Ἐλισάβετ // (Οίκος ζ΄) Ἤκουσαν οἱ Ποιμένες, τῶν Ἀγγέλων ὑμνούντων, τὴν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν· καὶ δραμόντες ὡς πρὸς ποιμένα, θεωροῦσι τοῦτον ὡς ἀμνὸν ἄμωμον, ἐν τῇ γαστρὶ Μαρίας βοσκηθέντα, ἣν ὑμνοῦντες, εἶπον· // (Οίκος η΄) Θεοδρόμον Ἀστέρα, θεωρήσαντες Μάγοι, τῇ τούτου ἠκολούθησαν αἴγλῃ· καὶ ὡς λύχνον κρατοῦντες αὐτόν, δι᾿ αὐτοῦ ἠρεύνων κραταιὸν Ἄνακτα· καὶ φθάσαντες τὸν ἄφθαστον, ἐχάρησαν, αὐτῷ βοῶντες· Ἀλληλούϊα. // (Οίκος θ΄) Ἴδον παῖδες Χαλδαίων, ἐν χερσὶ τῆς Παρθένου, τὸν πλάσαντα χειρὶ τοὺς ἀνθρώπους· καὶ Δεσπότην νοοῦντες αὐτόν, εἰ καὶ δούλου ἔλαβε μορφήν, ἔσπευσαν τοῖς δώροις θεραπεῦσαι, καὶ βοῆσαι τῇ Εὐλογημένῃ· // (Οίκος ιβ΄) Μέλλοντος Συμεῶνος, τοῦ παρόντος αἰῶνος, μεθίστασθαι τοῦ ἀπατεῶνος, ἐπεδόθης ὡς βρέφος αὐτῷ, ἀλλ᾿ ἐγνώσθης τούτῳ καὶ Θεὸς τέλειος· διό περ ἐξεπλάγη, σοῦ τὴν ἄῤῥητον σοφίαν, κράζων· Ἀλληλούϊα.

Ο ποιητής τονίζει επανειλημμένα, με τη χρήση διάφορων λέξεων, ένα βασικό χαρακτηριστικό που πρέπει να διακρίνει τον πιστό: Η εκδήλωση της πίστης του πρέπει να γίνεται αυθόρμητα, αμέσως, με λαχτάρα και όρεξη. Δεν είναι αγγαρεία ούτε εξαναγκασμός. Ο Θεός εκτιμά όποιον σπεύδει με τη θέλησή του και δεν ολιγωρεί. Έτσι κι εδώ ο Αρχάγγελος αμέσως μόλις άκουσε την εντολή του Θεού, έσπευσε να την εκτελέσει. Η Παναγία, μόλις έμαθε από τον Αρχάγγελο το μεγάλο μυστήριο στο οποίο θα συμμετάσχει, έσπευσε με χαρά και λαχτάρα να το μοιραστεί με τον πιο έμπιστο άνθρωπό της, την Ελισάβετ. Οι βοσκοί αμέσως μόλις άκουσαν από τους αγγέλους να υμνούν τη θεία Γέννηση, έτρεξαν αυθόρμητα και με λαχτάρα να γνωρίσουν τον Τεχθέντα. Ακόμη περισσότερο οι ειδωλολάτρες μάγοι. Δεν εμποδίστηκαν από την πίστη τους στα άστρα, ούτε πτοήθηκαν από τις δυσκολίες, το σκοτάδι και την απόσταση, ακολούθησαν το αστέρι πρόθυμα με θέληση να ερευνήσουν, να μάθουν, να γνωρίσουν κι εκείνοι τον κραταιό βασιλιά. Επίσης, ο δίκαιος Συμεών, περίμενε υπομονετικά μέχρι τα βαθιά του γεράματα λαχταρώντας να γνωρίσει την Αλήθεια, να γνωρίσει τον Κύριο.

Κι όταν διαψεύστηκαν (επιφανειακά, εκ πρώτης όψεως) οι προσδοκίες των βοσκών ότι θα συναντούσαν έναν μεγάλο ηγέτη (Ποιμένα), των μάγων ότι θα συναντούσαν ένα κραταιό Άνακτα, του Συμεών ότι θα γνωρίσει τον Κύριο, προφανώς όχι σε μορφή βρέφους, εκείνοι δεν πτοήθηκαν, δεν απογοητεύτηκαν, δεν μεμψιμοίρησαν, δεν «γκρίνιαξαν». Αντίθετα, έδειξαν τη χαρά τους, αποδέχτηκαν κι αναγνώρισαν αυθόρμητα και με ενθουσιασμό την Αλήθεια που είχαν μπροστά τους, πρόσφεραν έμπρακτα την αγάπη τους με δώρα. Ο Συμεών μάλιστα ζήτησε από τον Θεό να τον καλέσει κοντά του, αφού πλέον γνώρισε Αυτόν που περίμενε καρτερικά σε όλη του τη ζωή.

Έτσι κι εμείς, πάντοτε με λαχτάρα και θέρμη ψάχνουμε, ερευνούμε, μαθαίνουμε. Αυθόρμητα ανταποκρινόμαστε στα σημάδια που μας παρέχει ο Θεός για να βρούμε την Αλήθεια του. Δεν κωλυσιεργούμε, δεν αναβάλλουμε. Το ίδιο ακριβώς πράττουμε κι όταν θέτουμε έναν ευγενικό κι όμορφο στόχο, πχ. στις σπουδές μας. Με λαχτάρα καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια για να τον πετύχουμε, δεν απογοητευόμαστε, δεν σταματούμε από πρόσκαιρες αναποδιές και δυσκολίες. Αυτές δεν μας πτοούν ούτε μας κάνουν να αναβάλλουμε, να μεταθέτουμε για το αόριστο μέλλον την προσπάθεια. Η προθυμία επιβραβεύεται. Έτσι μόνο έρχεται η ανταμοιβή. Με πίστη και εμπιστοσύνη στον Θεό.

  • Πώς όμως αντιμετωπίζουμε όσα θαυμαστά μπορεί να συμβαίνουν στη ζωή μας;

Ασφαλώς σε αυτό το βασικό ερώτημα δεν χωρεί μόνο μια απάντηση, και μάλιστα μονολεκτική. Εδώ θα παραθέσουμε μόνο μια βασική πτυχή, την οποία από νέοι πρέπει να μάθουμε να τηρούμε στη ζωή μας.

Η Παναγία, ένα μικρό όπως είπαμε 15χρονο κοριτσάκι, δέχτηκε τη μεγαλύτερη χάρη και τιμή, το μεγαλύτερο μυστήριο που θα μπορούσε να γνωρίσει ποτέ άνθρωπος. Έγινε εκείνη που θα έφερε μέσα της το Θείο Βρέφος, που θα γινόταν συνεργός στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων. Κι όμως δεν καταλήφθηκε από έπαρση, από αλαζονεία κι εγωισμό. Δεν βγήκε να διαλαλήσει το θαυμαστό που της συνέβη. Δεν αναλώθηκε σε συζητήσεις, σχολιασμούς, αναλύσεις. Στάθηκε μακριά από τα «φώτα της δημοσιότητας», όπως θα λέγαμε σήμερα.

Αυτά αναδεικνύει ο ποιητής στον Ακάθιστο. Παραθέτουμε ενδεικτικά μόνο κάποιους στίχους: (Οίκος γ΄) Χαῖρε, σιγῆς δεομένων πίστις. […] χαῖρε, τὸ πῶς, μηδένα διδάξασα. // (Οίκος ιγ΄) χαῖρε, τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας. Η Παναγία μας διδάσκει με τη σιωπή της, με την εγκράτειά της. Και αυτό σημαίνει η εγκράτεια. Αυτοσυγκράτηση και απόλυτη προσήλωση στον σκοπό σου. Όχι ανάλωση σε άσκοπες ασχολίες, αναλύσεις και συζητήσεις που μας αποσπούν από τον αληθινό στόχο μας.

Επειδή ο χρόνος δεν επιτρέπει περισσότερα, επιτρέψτε μου να κλείσω με μια σύντομη απάντηση σε ένα βασικό ερώτημα των νέων. «Ψάχνουμε εναγωνίως την αλήθεια. Η αλήθεια του Χριστού απευθύνεται σε όλους, είναι καθολική, εξαιρεί κάποιους; Παντού βλέπουμε άδικες διακρίσεις, εξαιρέσεις, αυθαίρετες ταξικές και άλλες κατηγοριοποιήσεις των ανθρώπων, αποκλεισμούς. Θα είμαστε κι εμείς ανάμεσα σε εκείνους που θα σωθούν ή για κάποιο λόγο ανεξάρτητο της θέλησής μας θα εξαιρεθούμε; Τι απαντά σε αυτά τα φαινόμενα η Εκκλησία;»

Στο σημείο αυτό το κείμενο του Ακαθίστου απαντάει πολύ εύγλωττα στους νέους αλλά και στους επικριτές της που έχουν πλήρη άγνοια της διδασκαλίας της. Θα παραθέσω μερικούς στίχους (ασφαλώς όχι όλους) που φανερώνουν την έμφαση που δίνεται στην καθολικότητα της σωτηρίας των ανθρώπων, χωρίς διακρίσεις, χωρίς εξαιρέσεις:

-Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε, καὶ πάντων τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων·

-καὶ τὴν εὔκαρπον ταύτης νηδύν, ὡς ἀγρὸν ὑπέδειξεν ἡδὺν ἅπασι, τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν, ἐν τῷ ψάλλειν οὕτως·

-χαῖρε, παντὸς τοῦ κόσμου ἐξίλασμα.

-Χαῖρε, πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη.

-καὶ κηρύξαντές σε τὸν Χριστὸν ἅπασιν

-χαῖρε, ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ᾿ οὗ σκέπονται πολλοί.

-χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις.

-τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς Θεόν, ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον·

-Χαῖρε, πολλούς ἐν γνώσει φωτίζουσα.

-ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας

Οι παραπάνω στίχοι γράφτηκαν με χαρακτηριστική έμφαση, για να ενθαρρύνουν τους ανθρώπους, νέους και μεγαλύτερους, κάθε εποχής να προσπαθήσουν για τη σωτηρία τους και να εμπιστευθούν τον Θεό από δεν θα εξαιρέσει κανέναν για οποιονδήποτε λόγο, αρκεί να το θέλει και να προσπαθήσει με πίστη, αισιοδοξία και προθυμία.

Συνοψίζοντας, θα υποστήριζα ότι οι νέοι μας, όπως και όλοι, έχουμε να διδαχθούμε πολλά και να λάβουμε πολύτιμες απαντήσεις στους προβληματισμούς που γεννά η σύγχρονη εποχή, ανατρέχοντας και μελετώντας τον πλούτο της εκκλησιαστικής γραμματείας, πεζής και ποιητικής, μέσω της οποίας αναδεικνύεται η σοφία και η αλήθεια του Ευαγγελίου.   

Σεβασμιώτατοι, κυρίες και κύριοι, αγαπητά παιδιά, κλείνοντας την εισήγησή μου θα ήθελα για άλλη μια φορά να σας συγχαρώ για την πρωτοβουλία σας αυτή που, όπως αποδεικνύεται μέχρι τώρα, στέφεται από απόλυτη επιτυχία, να ευχηθώ να συνεχιστεί αυτή η προσπάθεια διαλεκτικής σχέσης της Εκκλησίας με τους νέους, και να ευχαριστήσω θερμά όλες και όλους για την υπομονή και προσοχή σας.

e-shop

eshop.png

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ

  • Διεύθυνση: Ρωμανιώλη 41, Αίγιο
  • Τηλέφωνα: 26910-21776 & 26910-21777
  • Φαξ: 26910-60127
  • E-mail: imkaigial@gmail.com

Στατιστικά

  • Εμφανίσεις Άρθρων 630393