LOGO IM 15

ΕΣΠΕΡΙΝΗ ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 28.01.2024

Ομιλία

Αιδεσιμολογιωτάτου Πρωτοπρεσβυτέρου

 π. Κωνσταντίνου Μητρόπουλου

Γενικού Αρχιερατικού Επιτρόπου Καλαβρύτων

Με θέμα : «Η Εκκλησία γίνεται όταν ανοίγεται. Η πορεία του κάθε χριστιανού προς συνάντηση του άλλου».

 

Σεβασμιώτατε Πάτερ και Δέσποτα,

Σεβαστοί Πατέρες,

Αγαπητοί Αδελφοί,

 Χαίρω που και σήμερα είμαι σε αυτό το χώρο και κερδίζω την αίγλη αυτής της αίθουσας, στην οποία έχουν μιλήσει κατά καιρούς πολύ πιο αξιόλογοι ομιλητές από εμένα  και έχουν καταθέσει τις απόψεις τους, τις θέσεις τους και γίνεται ένας γόνιμος διάλογος στην τοπική Εκκλησία. Το θέμα όπως  προανήγγειλε ο Άγιος Πρωτοσύγκελλος είναι : «Η Εκκλησία γίνεται όταν ανοίγεται. Η πορεία του κάθε χριστιανού προς συνάντηση του άλλου».

 Είναι πολύ σημαντικό για τους χριστιανούς, για όλους εμάς δηλαδή, να αντιληφθούμε ότι αν δεν πορευθούμε με τέτοιο τρόπο,  ώστε να συναντηθούμε σε προσωπικό επίπεδο με τον άλλον, θα παραμείνουμε θρησκευτικά όντα ανούσια, εγκλωβισμένα στο εγώ μας,  σε έναν Θεό που έχουμε δημιουργήσει στον εγκέφαλο μας και όχι ουσιαστικά συνδεδεμένοι με τον Θεό που αποκάλυψε ο Ιησούς στον κόσμο. Θα ήθελα, επίσης, να πω εισαγωγικά ότι το θέμα, η πρώτη πρόταση του θέματος είναι εντός εισαγωγικών κλεμμένη από ένα έργο ενός σύγχρονου θεολόγου του Θανάση Παπαθανασίου, που τιτλοφορείται ακριβώς έτσι: «Η Εκκλησία γίνεται όταν ανοίγεται» και βέβαια ο Παπαθανασίου εκεί αρχίζει να αναπτύσσει το θέμα του σε σχέση με το μεγάλο κομμάτι της ιεραποστολής.

Πάμε, λοιπόν, να καταθέσω τις απόψεις μου στην αγάπη σας και αν υπάρχουν ερωτήσεις θα είναι ευπρόσδεκτες με πολλή  χαρά, αν δεν υπάρχουν όμως, θα φύγουμε με τις σκέψεις μας ο καθένας, ώστε να έχουμε ένα γόνιμο διάλογο με τον εαυτό μας.

Λένε ότι οι πόλεμοι που θα έρθουν θα είναι διαφορετικοί από αυτούς που έχουμε γνωρίσει έως σήμερα. Όχι απλώς επειδή η πολεμική τεχνολογία έχει αλλάξει, αλλά λόγω της ερημοποίησης που οι επιστήμονες προαναγγέλλουν, το πιο πολύτιμο αγαθό στον πλανήτη μας θα είναι το καθαρό νερό. Το νερό δεν βρίσκεται απλώς σε κάποια σημεία της γης, αλλά στην πραγματικότητα αυτό είναι ο οικοδεσπότης της γης. Κάθε ξηρά βρίσκεται στην αγκαλιά του, τα νησιά περιτριγυρίζονται από νερό μα και κάθε ήπειρος είναι ένα πελώριο νησί. Τα πάντα είναι ένα νησί και κάθε άνθρωπος είναι νησί. Πελάγη ολόκληρα βρίσκονται ανάμεσα στον καθέναν μας και στους άλλους. Τι είναι αληθινά το νερό ως θάλασσα, ως λίμνη, ως ποτάμι; Είναι μια απειλή. Είναι μια σκοτεινή δύναμη, η άβυσσος που μπορεί να καταπιεί τον άνθρωπο και να πνίξει τα έργα του. Ταυτόχρονα είναι όμως και μια θαυμάσια ευκαιρία. Μια αληθινή φυσική λεωφόρος, μέσα από την οποία μπορεί ο άνθρωπος να ανοιχτεί σε κόσμους που δεν το έχει βάλει με το νου του. Τι είναι αληθινά ένα νησί; είναι η σιγουριά, η ασφάλεια του μικρού κλειστού τόπου μου.

Όμως μπορεί να είναι και κάτι εφιαλτικό. Φτώχεια και ορφάνια. Μπορεί δηλαδή να με κρατά ακρωτηριασμένο,  εγκλωβισμένο από την αληθινή φαμίλια μου, τους ανθρώπους των άλλων λαών, των άλλων πολιτισμών, των άλλων ιδεολογιών, της άλλης σοφίας.

Το βασανιστικό λοιπόν για τον άνθρωπο είναι να αποφασίσει πώς πρέπει να σταθεί απέναντι στο νησί του. Υπάρχει μια παλιά ιστορία που λέει ότι υπήρξε κάποτε ένας βασιλιάς, ο Ξέρξης, που θέλησε να περάσει την θάλασσα για να υποτάξει τα αντίπερα. Θύμωσε με την τρικυμία, την απειλή δηλαδή, και έδωσε εντολή να μαστιγώσουν την θάλασσα. Και το αποτέλεσμα; η θάλασσα παραμένει, ο Ξέρξης ο βασιλιάς πέθανε εδώ και δυόμισι χιλιάδες χρόνια, αλλά η θάλασσα παραμένει ακόμα να είναι και απειλή και ευκαιρία. Μια άλλη παλιά ιστορία λέει για έναν άλλον βασιλιά, τον Οδυσσέα  που λάτρεψε και τα δύο. Και την θάλασσα και το νησί του. Ταξίδεψε σε χίλιους τόπους. Σε κάποιον από αυτούς τους τόπους συνάντησε βαθιά αυτό που ποθεί ο κάθε άνθρωπος: να γίνει αθάνατος. Και ενώ θα μπορούσε να αρπάξει την ευκαιρία και να γίνει αθάνατος προτίμησε να γυρίσει στο νησί του. Για να μείνει αθάνατος έπρεπε να μείνει εκεί. Ο Οδυσσέας όμως δεν το άντεχε. Προτίμησε να γυρίσει στην Ιθάκη του και έτσι έχασε την αθανασία. Ο Οδυσσέας έχει  καταγραφεί ως ταξιδευτής. Μα αν το ξαναδεί κανείς μπορεί να διακρίνει στην πραγματικότητα ότι ήταν για πάντα αιχμάλωτος αυτού του μικρού νησιού του. Η ιστορία του δείχνει  το ανθρώπινο αδιέξοδο. Την αδυναμία του ανθρώπου να φτάσει και από μόνος του σε μια ικανοποιητική σύνθεση ανάμεσα στο νησί του ή και πέρα από το νησί του.

 Μπορεί άραγε να υπάρξει και άλλη μια στάση; Βεβαίως. Έχω την εντύπωση ότι μέσα στην Βίβλο, μέσα από τα Ευαγγέλια, μια ιστορία μπορεί να μας δημιουργήσει μια άλλη οπτική γωνία. Θυμηθείτε, ο Χριστός και οι μαθητές Του βρίσκονται στην όχθη μιας λίμνης. Τους βάζει μέσα στη βάρκα και τους ζητάει να περάσουν απέναντι. Ο Ίδιος δεν μπήκε στη βάρκα, αλλά τους έδωσε μόνο ραντεβού στην απέναντι όχθη. Οι μαθητές άρχισαν όντως το ταξίδι. Μα η λίμνη, εκεί που ήταν ευκαιρία, έγινε ξαφνικά απειλή, ξέσπασε τρικυμία. Ο Χριστός τότε εμφανίστηκε έξω από το καράβι να περπατά πάνω στα αφηνιασμένα κύματα. Ο Πέτρος του ζητάει να πάει κοντά Του. Βγαίνει λοιπόν από το καράβι,  και ο Χριστός του λέει «έλα» και αμέσως άρχισε να περπατά και ο Πέτρος πάνω στα νερά. Απέναντί του είχε το Χριστό. Από κάτω από τα πόδια του είχε την άβυσσο. Κάποια στιγμή η άβυσσος τον τρομάζει και αρχίζει να βουλιάζει.

Ο Χριστός απλώνει το χέρι Του, τον κρατάει και ανεβαίνουν πάλι μαζί στην βάρκα. Έχετε στο νου σας αυτήν την ιστορία. Ο περίεργος Χριστός μας μπερδεύει, μπερδεύει μάλλον τις σιγουριές μας. Ενώ ήταν μαζί με τους μαθητές Του και συνεπώς οι μαθητές θα μπορούσαν να πούνε «έχουμε το δικό μας Χριστό», αυτός τους δείχνει στην πραγματικότητα ότι δεν Τον έχουν συναντήσει ακόμα. Θα πρέπει να Τον συναντήσουν μόνο εάν ξεβολευτούν. Θυμηθείτε: ήταν μαζί τους μα τους δίνει ραντεβού στην αντίπερα όχθη. Τους δίνει ραντεβού και ταυτόχρονα τους καλεί να Τον δουν ως ερχόμενο και όχι ως κατεχόμενο. Να δουν δηλαδή ότι καλούνται σε μια υπέροχη αβεβαιότητα. Να προσπαθήσουν να συναντηθούν με τον άλλον που βρίσκεται απέναντι τους.

Το νόημα λοιπόν δεν βρίσκεται στον τόπο, αλλά στο ραντεβού. Το πλοίο είναι η ασφάλεια κάτι σαν το νησί. Έξω από αυτό καραδοκεί το χάος, ο πνιγμός. Εδώ όμως και πάλι ο Χριστός έρχεται να μας ξαφνιάσει. Έρχεται να μας δείξει ότι η τρικυμία είναι μεν απειλή, η λύση όμως δεν είναι το κλείσιμο στο αμπάρι. Όσο και αν μας φαίνεται παράδοξο, ο Πέτρος συναντά τον Χριστό εγκαταλείποντας το πλοίο.  Και αν βυθίζεται, δεν βυθίζετα,ι επειδή η θάλασσα είναι υγρή και δεν αντέχει το βάρος του.

Ο Πέτρος βυθίστηκε όταν στην πραγματικότητα έχασε την εμπιστοσύνη του σε Αυτόν Τον απέναντι. Πότε σταματάει η τρικυμία; όταν ο Χριστός μπαίνει μέσα στο καράβι. Όταν δηλαδή το καράβι έπαψε να είναι περίκλειστο και άνοιξε για να υποδεχτεί Εκείνον τον απέναντι, ώστε οι μέσα στο καράβι να μπορέσουν να λάβουν από Τον φιλοξενούμενό τους αυτό που έχασε ο Οδυσσέας. Μια νέα ζωή χωρίς λήξη.

Σαν παφλασμός εκείνων των κυμάτων στις μέρες μας ακούγεται αυτό το βασανιστικό ερώτημα: παγκοσμιοποίηση ή όχι; Δεν μοιάζει αληθινά η παγκοσμιοποίηση με ένα απειλητικό πέλαγος; μήπως άραγε θα ήταν προτιμότερο να αποτραβηχτούμε ως λαός και ως άτομα ο καθένας στο νησί του; Συγχωρέστε με φοβάμαι μήπως δεν έχουμε πάρει μυρωδιά από την παραξενιά και τις εκπλήξεις του Θεού μας και απλώς αναπαράγουμε μια λογική, λογική σίγουρα που θα μπορούσαμε κάλλιστα να την έχουμε και χωρίς να είμαστε χριστιανοί. Να το πούμε ωμά; Για τον χριστιανισμό δεν υπάρχει το δίλημμα: πέλαγος ή νησί. Η απάντηση είναι μια. Πέλαγος. Αυτή η απάντηση όμως δεν χρειάζεται αφέλεια, χρειάζεται την επίγνωση ότι το άνοιγμα στα πελάγη δεν είναι περίπατος είναι διακινδύνευση, είναι ρίσκο, να αρπάξεις το χέρι του απέναντι ή να βυθιστείς στο ενδιάμεσο. Το νησί όμως, παρ’ όλη τη γλύκα του, είναι εξ ορισμού θάνατος. Είναι η περίκλειστη ύπαρξη. Ας σκεφτούμε: μια Ανάσταση που θα περιοριζόταν στο νησάκι ενός λαού μιας κουλτούρας, μιας εποχής. Τότε θα ήταν Ανάσταση μαϊμού. Ψεύτικο δώρο σε συσκευασία τάφου. Η Ανάσταση είναι Ανάσταση μόνο αν αφορά ολόκληρη την οικουμένη.

Αν κριτήριο γίνει η συνάντηση για την οποία μιλάμε, τότε ο τρόπος με τον οποίο κατανοεί και ερμηνεύει καθένας τον κόσμο έχει εξαιρετική σημασία και συνεπώς δεν μπορεί να είναι ένα ζήτημα στριμωγμένο σε μια γωνιά του ιδιωτικού χώρου. Χρειάζεται να βγαίνει στο φως στο δημόσιο χώρο, να αποτολμά τη συζήτηση, να αποδέχεται την αναμέτρηση με την οπτική των άλλων. Κάτι τέτοιο λιπαίνει τα ανθρώπινα. Γιατί, αυτό που κάνει τον άνθρωπο να είναι άνθρωπος και όχι πράγμα είναι η δυνατότητα να αναζητά τί κάνει την ζωή του αυθεντική και τί  την ξεφτίζει. Τί φέρνει ζωή και τί θάνατο. Τί αποτελεί χέρι συντροφικό ή αντιθέτως νύχι αρπακτικού και τί αποτελεί αρμένισμα ή αντιθέτως βούλιαγμα στην άβυσσο.

 Οι σχέσεις μας με τους άλλους, θα λέγαμε ότι δεν είναι πάντα ειρηνικές. Πολλές φορές μάλιστα ισχύει το αντίθετο. Ας θυμηθούμε από τον περασμένο αιώνα ένα μεγάλο φιλόσοφο τον Σάρτρ, που διατύπωσε την εξής σκέψη: «οι άλλοι είναι η κόλαση μου», είπε ο Σάρτρ. Και αυτή η φράση αποτελεί μια απάντηση σε αυτόν τον διαχρονικό προβληματισμό και βέβαια  είναι τόσο ακραία πεποίθηση  που την παρουσιάζει στο θεατρικό του έργο «Κεκλεισμένων των θυρών». Τι είπε με απλά λόγια ο Σάρτρ; Είπε ότι ο άλλος αποτελεί την βασικότερη πηγή οδύνης και πόνου για εμένα. Αυτό το κάνει απλώς και μόνο από βίωμα τής από κοινού ύπαρξής μας. Ο πόνος έρχεται από την προσωπική σχέση με τον άλλο, την απόρριψη της αγάπης, την προδοσία, την αδιαφορία απέναντι στο πρόσωπο μου. Εκ πρώτης όψεως η κατηγορία ότι οι άλλοι είναι η κόλασή μου είναι σίγουρα πολύ βαριά. Αν το σκεφτούμε, όμως, πιο αναλυτικά, πιθανότατα να βρούμε κάποιο νόημα σε αυτή την φράση. Ισχύει ότι οι άλλοι άνθρωποι αποτελούν μεγάλη πηγή πόνου για εμάς. Οι άνθρωποι μας κακολογούν πίσω από την πλάτη μας, προδίδουν την φιλία μας, γίνονται αχάριστοι στα όσα τους έχουμε προσφέρει, απομακρύνονται από την ζωή μας χωρίς εξηγήσεις. Μας κατακρίνουν, μας ζηλεύουν, μας απορρίπτουν, απορρίπτουν την αγάπη μας, τον έρωτά μας, μας περιορίζουν την ελευθερία, μας πληγώνουν με πολλούς τρόπους. Ακόμη και σε ένα ευρύτερο πλαίσιο ο διπλανός μας μάς περιορίζει απλώς και μόνο με το βλέμμα του. Σε κοιτάει ακόμα και πόσες μπουκιές τρως.

Οι παραπάνω απόψεις περί οδύνης που μας  προκαλούν οι γύρω άνθρωποι σίγουρα δεν είναι παράλογες. Μάλιστα προς αντιμετώπιση του προβλήματος των σχέσεων με τους άλλους πάρα πολλοί άνθρωποι φαίνεται να υιοθετούν μια ατομιστική νοοτροπία ζωής. Η νοοτροπία αυτή μπορεί να εκφραστεί με τα εξής λόγια: «Δεν χρειάζομαι κανέναν να στηριχτώ. Φτάνει μόνο ο εαυτός μου. Θα τα καταφέρω εγώ στον κόσμο».

Αυτό βέβαια, δεν σημαίνει ότι δεν έχουν καμία σχέση με κανέναν οι άνθρωποι ή ότι πορεύονται τελείως μοναχοί. Αντίθετα και φίλους και σχέσεις μπορεί να έχουν. Και συζυγικές και ερωτικές και συνεργασιακές και οτιδήποτε άλλης μορφής. Απλώς, οι αλληλεπιδράσεις αυτές φιλτράρονται αποκλειστικά μέσα από τα εγωιστικά κριτήρια και ποτέ δεν τίθενται πιο σημαντικές από το προσωπικό συμφέρον. Εκτός από αυτό, δεν είναι τυχαίο ότι όλο και περισσότερες φωνές ακούγονται απαξιώνοντας τον θεσμό της οικογένειας που είναι η ουσιαστική πηγή σχέσης αλλά και του γάμου.  Τι μας δείχνουν όλα αυτά; ότι από ότι φαίνεται πάρα πολλοί άνθρωποι συνειδητά ή μη, έχουν ενστερνιστεί την άποψη ότι οι άλλοι άνθρωποι είναι η κόλαση τους. Έτσι έχουν κλείσει την καρδιά τους απέναντι στους άλλους, βρίσκοντας μοναδικό καταφύγιο την επιδίωξη της προσωπικής ευτυχίας των διαφόρων ηδονών σε βάρος της ουσιαστικής γνήσιας αγάπης προς τον συνάνθρωπο.

Όσο ελκυστικό και αν φαίνεται αυτό το μονοπάτι, κανείς δεν τολμάει να παρουσιάσει την άλλη πλευρά του. Ότι δηλαδή μια τέτοια ζωή οδηγεί στην απόλυτη μοναξιά, στην μιζέρια, στο άδειο νεκροκρέβατο. Τα παραδείγματα είναι πάρα πολλά. Άνθρωποι που ζουν αποκλειστικά για τον εαυτό τους και στοχεύουν μόνο στην προσωπική τους ευημερία καταλήγουν να μην έχουν αξιοζήλευτες ζωές, αφού ο ναρκισσισμός και η εγωπάθεια καταστρέφουν τον όλο άνθρωπο. Οι άλλοι άνθρωποι σίγουρα αποτελούν μεγάλη πηγή θλίψεων για εμάς και μας περιορίζουν. Παρά ταύτα δεν μπορούμε να αρνηθούμε το πόσο πολύτιμη μπορεί να γίνει η συντροφιά των άλλων ανθρώπων στη ζωή μας. Ο άνθρωπος από τα γονίδιά του είναι φτιαγμένος να μην είναι μόνος. Ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος από τον Θεό να κοινωνεί και να σχετίζεται. Αν του λείψει αυτό το προτέρημα, τότε ο άνθρωπος νοσεί. Μικρή παρένθεση: Σήμερα η ψυχιατρική εταιρεία λέει ότι στους δέκα ανθρώπους οι επτά μια φορά στη ζωή τους θα περάσουν κατάθλιψη. Ξέρετε γιατί; Γιατί ο άνθρωπος σήμερα εγκλωβίστηκε στον εαυτό του και του λείπει η κοινωνία και η σχέση, του λείπει το γλέντι με τον διπλανό του και πολλά άλλα από αυτά.

Η συντροφιά είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ψυχική υγεία. Δεν μιλάω για την συντροφιά μιας στιγμής, μιας βραδιάς, ενός ταξιδιού. Μιλάω για την συντροφιά που στηρίζεται στη σημαντικότερη αρετή που μπορεί να αποκτήσει  ο άνθρωπος και εκφράζεται με την λέξη αγάπη. Τι σημαίνει αγαπώ; Σε αγαπάω για τα ωραία σου μάτια; Όχι. Σημαίνει βάζω τον άλλον πάνω από τον εγωισμό μου, πάνω από την προσωπική μου ευημερία και το συμφέρον μου. Σημαίνει ότι ζω για τον άλλον, ο οποίος γίνεται κυριολεκτικά λόγος της ύπαρξης μου. Οτιδήποτε άλλο δεν αποτελεί αγάπη. Αν δεν είσαι διατεθειμένος να πεθάνεις για τον άλλο, τότε δεν τον αγαπάς αληθινά είχε πει κάποιος.

Με πονηριά βέβαια θα μπορούσε να πει κανείς στη ζωή του,  ὀτι του αρκεί να έχει αγάπη μόνο προς τον εαυτό του όντας το μόνο άτομο που μπορεί πραγματικά να εμπιστευτεί. Το πρόβλημα είναι ότι η αγάπη, η οποία στρέφεται αποκλειστικά προς τα έσω, γίνεται απαραίτητα ναρκισσισμός και καταστρέφει τον άνθρωπο. Γι αυτό δεν είναι κάθε μορφή αγάπης γνήσια. Αν αγαπάς τα χρήματα, τα υλικά αγαθά γίνεσαι άπληστος ή ληστής. Αν αγαπάς υπερβολικά τον εαυτό σου γίνεσαι μίζερος, ναρκισσιστής. Ναι, όμως πώς θα αγαπήσω ειλικρινά τον άλλον άνθρωπο; Πώς δεν θα αγαπάω με εγωπαθή τρόπο τον εαυτό μου;

Εδώ ακριβώς έχει αξία ο συνάνθρωπος στον οποίο μοιράζεις την αγάπη σου και είναι απόλυτα απαραίτητο αυτό, αφού μέσω του άλλου μπορεί κανείς να αγαπήσει με υγιή τρόπο τον εαυτό του. Δεν αγαπάω τον εαυτό μου όταν αναλώνομαι σε όλων των ειδών τις παροδικές απολαύσεις για να ικανοποιήσω κάθε μου επιθυμία. Αυτό είναι αυτοκαταστροφικό. Αγαπώ τον εαυτό μου σημαίνει κατανοώ τις αρετές μου, τις καλλιεργώ, ενώ παράλληλα εντοπίζω τα πάθη μου, τα ελαττώματα μου και κάνω τα πάντα για να τα εξαλείψω. Αγαπάω τον εαυτό μου σημαίνει στοχεύω να φτάσω στην καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου. Η αληθινή αγάπη για τον εαυτό μου όμως έρχεται από την αγάπη που μας προσφέρει ο διπλανός μας , ο οποίος βλέπει σε εμάς το καλό, που οι ίδιοι εμείς δεν μπορούμε να δούμε. Η αγκαλιά ενός αγαπημένου προσώπου, το γέλιο ενός φίλου, το χαμόγελο της μητέρας, το πατρικό πρότυπο, το στοργικό φιλί, το «σε ευχαριστώ αδελφέ» και το συγνώμη, τα μάτια που σε κοιτούν με τρυφερότητα, τα χέρια που σου σκουπίζουν τα δάκρυα ,τα πόδια που σε ακολουθούν στα δυσκολότερα μονοπάτια της ζωής σου, το στόμα που λέει συνεχώς προσευχές και ευχές για εσένα, τέτοιες καταστάσεις, τέτοιες στιγμές που φωτίζουν τη ζωή μας, της δίνουν νόημα και την καθιστούν μοναδική. Ερχόμαστε λοιπόν στην ερώτηση την κρίσιμη.

Ο Σάρτρ είπε ότι «ο άλλος είναι η κόλαση μου». Με μια σύντομη προσέγγιση είδαμε ότι η άποψη αυτή βγάζει νόημα, δεν είναι παράλογη, θα μπορούσαμε όμως να πούμε εμείς ως χριστιανοί -και το λέμε- ότι ο άλλος είναι ο παράδεισος. Η απάντηση είναι πιο περίπλοκη και δεν είναι ίδια για τον καθένα. Το τι θα είναι ο συνάνθρωπος για εμένα, εξαρτάται μόνο από εμένα, αφού βασίζεται στον τρόπο, που εγώ αντιλαμβάνομαι την ύπαρξη του άλλου. Πάρα ταύτα από το να έχω μια καρδιά πέτρινη, ψυχρή, κλειστή προς όλους και προς όλα  είναι προτιμητέο η καρδιά μου να είναι όμορφη, ζεστή, ανοιχτή αλλά και γεμάτη ουλές από την προδομένη αγάπη. Μια ζωή γεμάτη αγάπη, άραγε αυτό δεν είναι ο παράδεισος; Έρχομαι λοιπόν, συγκεφαλαιώνοντας όσα είπα, να τονίσω το εξής:  ο κάθε άνθρωπος ως ον πορεύεται κάθε μέρα προς το δέον και το δέον όταν το κατακτήσει μετατίθεται για ένα καινούργιο δέον. Στην διαδικασία όλης αυτής της πορείας ή μάλλον η διαδικασία αυτής της πορείας είναι αυτό που συνιστά, είναι αυτό πού λέμε, ζωή.

Ο καθένας μας, λοιπόν, στην πορεία του προς το δέον έχει δυνατότητες προκείμενες να εκτελέσει είτε προς αγαθόν, είτε να διαπράξει δυνατότητες προς το κακό. Είναι εντελώς ελεύθερος. Και ο Θεός μένει στην γωνία και τον παρατηρεί. Τον έχει εντελώς ελεύθερο τον καθένα από εμάς. Δεν μπορεί να μας παγιώσει ο Θεός το αγαθό γιατί τότε θα αυτοαναιρεθεί μέσα μας. Διότι το γονίδιο του Θεού μέσα μας είναι το αυτεξούσιο μας, είναι η ελευθερία μας. Και αν Θεός μας περιορίσει στο καλό, θα μας κάνει ανάπηρους. Θέλει εμείς να ενεργοποιήσουμε τα δυναμικά μας, εμείς να πορευθούμε προς το δέον με τον κώδικα αξίας που μας το ορίζει και εμείς να συναντηθούμε με Εκείνον. Αλλά για να συναντηθείς με τον Θεό πρέπει απαραίτητα να συναντηθείς με τον άλλον.

 Ας θυμηθούμε τον Ιωάννη τον Ευαγγελιστή στην επιστολή  του που λέει ότι αν πεις ότι αγαπάς τον Θεό, που ποτέ δεν έχεις δει, ενώ τον διπλανό σου τον μισείς,  είσαι ψεύτης. Έτσι λοιπόν για να συναντηθείς πραγματικά με τον άλλον και με τον Θεό, πρέπει να συναντηθείς πρωτίστως με τον εαυτό σου και εσύ και εγώ. Και πως γίνεται αυτό: Η πρόταση και η πρόκληση της Εκκλησίας μας είναι να ακροβατούμε ανά πάσα στιγμή πάνω σε ένα τεντωμένο σχοινί και πορευόμενοι σε αυτό το τεντωμένο σχοινί, μας ζητάει η μητέρα Εκκλησία να κάνουμε αυτογνωσία, να δούμε τις μελανιές της ψυχής μας, να δούμε τις αστοχίες μας, τις αμαρτίες μας, όπως λέει η θρησκευτική γλώσσα. Και όταν τις δούμε, εκεί υπάρχει ένας μεγάλος κίνδυνος να πέσουμε σε απόγνωση, απόγνωση σημαίνει ότι μπορεί να πέσουμε από το σχοινί και να χάσουμε και τη ζωή μας. Η μητέρα Εκκλησία γνωρίζοντας την διαδικασία, αφού φτάσουμε στο σημείο και κάνουμε ουσιαστική αυτογνωσία, μας λέει παίρνοντας μας από το χέρι: «καλά τα πήγες ως εδώ. Γύρνα όμως και από την άλλη μεριά το κεφάλι σου και δες πέρα από την μαυρίλα της δικής σου ύπαρξης, πέρα από την αυτοσυνειδησία της αμαρτίας σου. Έλα να δεις ένα αβυσσαλέο μέγεθος αγάπης. Αυτό το μέγεθος αγάπης είναι η αγάπη του Θεού και για εσένα.

Ό,τι και αν έχεις διαπράξει στη ζωή σου αρνητικό, αυτό το πέλαγος της θείας αγάπης είναι ικανό να σου το λύσει, να σου το πλύνει, να σου το εξαφανίσει. Αλλοίμονο, αν πιστεύαμε ότι ένα ανθρώπινο ολίσθημα αντιστέκεται στο πέλαγος της  αγάπης του Θεού. Αυτός δεν θα ήταν Θεός, αλλά θα ήταν μια εικόνα Θεού που φτιάχνουν συνήθως οι άνθρωποι στα μέτρα τα δικά τους. Έτσι λοιπόν κάνοντας αυτογνωσία και αντιλαμβανόμενοι την αγάπη του Θεού, μας προσφέρεται η δυνατότητα σιγά σιγά να συναντηθούμε με τον εαυτό μας. Και η συνάντηση με τον εαυτό μας γίνεται στο εξής επίπεδο: όταν κάνουμε λάθη, για να μην μας ενοχλούν τα στέλνουμε σε ένα κομμάτι της εσωτερικότητας μας που λέγεται υποσυνείδητο. Είναι το καλάθι των αχρήστων, που στο γραφείο μας πετάμε όσα χαρτιά δεν μας χρειάζονται, τα μουτζουρώνουμε, τα τσαλακώνουμε και τα πετάμε. Και την άλλη μέρα η καθαρίστρια τα παίρνει. Το υποσυνείδητο μας όμως δεν έχει καθαρίστρια να τα πάρει. Εκεί που στέλνουμε τις αστοχίες μας, τις αμαρτίες μας, τα λάθη μας και τις ενοχές μας, ταυτόχρονα δημιουργούμε ένα πολύ σκληρό καπάκι και το κλείνουμε.

Αυτό το καπάκι είναι το πολιτικό status μας ,είναι η κοινωνική μας θέση, η οικονομική μας θέση, η θέση μας στην τοπική κοινωνία και ούτω καθεξής. Δυστυχώς, όμως, έρχονται στιγμές κρίσης στη ζωή μας: πέθανε το παιδί μου, αρρώστησε η γυναίκα μου, σκοτώθηκε ο άντρας μου, κάηκε το σπίτι μου, έχασα τη δουλειά μου και ούτω καθεξής και πολλές άλλες κρίσεις που τότε δεν έχουμε την δυνατότητα να κρατάμε κλειστό αυτό το καπάκι. Τότε λοιπόν αυτό ανασηκώνεται. Τα «μαργαριτάρια» που έχουμε αφήσει εκεί μέσα αρχίζουν και βγαίνουν. Και όταν βγουν δυσοσμούν και τότε ζητούν από τον καθέναν μας εξηγήσεις. Τότε η συνείδηση μας τρελαίνεται, τότε αρχίζουμε να έχουμε ουσιαστική επαφή με τον εαυτό μας τον πραγματικό και τότε τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Έτσι λοιπόν για να φτάσει κανείς να συναντηθεί με τον άλλον σε προσωπικό επίπεδο, θα πρέπει πρώτα να συναντηθεί με τον εαυτό του να αδειάσει το καλάθι του υποσυνείδητου του.

Ο Ζακχαίος σήμερα, όπως προείπε ο Άγιος Πρωτοσύγκελλος, έχει μια θαυμάσια συνάντηση με τον Ιησού. Ο Ζακχαίος κατά τους πατριώτες του είναι ένας αμαρτωλός, έπρεπε να πάρει φόρο ως τελώνης που ήταν τόσο της εκατό και  να κλέβει τους ανθρώπους. Έπαιρνε κάτι παραπάνω  και το έκανε προς ίδιον όφελος. Και πίστευε και στην ιουδαϊκή θρησκεία. Να λοιπόν που η θρησκεία δεν τον είχε απελευθερώσει. Να που η θρησκεία τού έδινε την δυνατότητα το ένα πόδι να το έχει εδώ και το άλλο από εκεί. Να που η Συναγωγή  καλλιεργούσε την υποκρισία του και ξαφνικά ένιωσε μέσα του τρελαμένος και όταν ακούσει ότι περνάει αυτός ο σπουδαίος Ιησούς ένεκα του ύψους, που το ύψος στην θεολογική έχει κ άλλες έννοιες, ανέβηκε σε ένα δέντρο για να τον δει και όταν ο Χριστός πλησιάσει τον Ζακχαίο τον έσωσε η ματιά του Χριστού.

Αυτή η αύρα που βγαίνει από την αλήθεια των οφθαλμών του Χριστού και του λέει «εδώ είμαι και περιμένω να δω πότε θα ‘ρθεις να με συναντήσεις». Αλλά ταυτόχρονα του κάνει τον δρόμο πιο εύκολο και του λέει «απόψε Ζακχαίε, έλα, κατέβα  θα ‘ρθω στο σπίτι σου να φάμε».  Θα πάει πού δηλαδή ο Χριστός;  Στην κόλαση του Ζακχαίου, στην προσωπική κόλαση του καθενός μας έρχεται  και μας δίνει το χέρι Του και μας δίνει την δυνατότητα  να Τον κάνουμε φιλοξενούμενο. Και όταν Εκείνος έρθει, τότε το καλάθι των αχρήστων μας αδειάζει. Γιατί; Γιατί δεν είναι η θρησκευτικότητα που μας σώζει, είναι αυτή η αγαπητική διάθεση των οφθαλμών του Χριστού, είναι αυτή η ερωτική διάθεση που τον Θεό τον παρουσιάζει ως ερωτικό γεγονός και όχι ως μια θρησκευτική καρικατούρα, που ο καθένας έχει δημιουργήσει στο κεφάλι του και νομίζει ότι είναι του Θεού. Πριν λίγες μέρες γιορτάσαμε ένα μεγάλο πατέρα της Εκκλησίας  και συγγραφέα, τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή. Αυτός ο άνθρωπος που του έκοψαν το χέρι γιατί έγραφε σπουδαία θεολογικά πράγματα, μη συμβατά όμως με την εποχή, και την γλώσσα ακόμα γιατί έλεγε σπουδαία πράγματα, σε ένα κείμενό του λέει αναφερόμενος στον Θεό : «Εκείνος ημάς ηράσθη πρώτος». Εκείνος, μας λέει,  ο Θεός,  μας ερωτεύτηκε πρώτος και όχι μόνο μας ερωτεύτηκε αλλά και σταυρώθηκε, θανάτω παρεδόθη, θανάτου δε σταυρού. Γιατί όλα αυτά;  Για να κάνει γνωστό σε εμάς ότι είναι ερωτευμένος μαζί μας. Αν λοιπόν ο καθένας αρχίζει να έχει την αίσθηση ότι ο Ιησούς δεν είναι ένα θρησκευτικό ον, αλλά είναι η ουσία της ζωής, είναι ο Θεός που έγινε άνθρωπος, που φόρεσε την ανθρώπινη φύση, που γνώρισε τις αστοχίες της, γνώρισε γιατί διολισθαίνει προς το κακό, γνώρισε τον άνθρωπο που περισώζει την εικόνα του Θεού μέσα του παρόλες τις αστοχίες του και τις αμαρτίες του.

Τότε αυτός ο Χριστός λειτουργεί λυτρωτικά για όλους. Τότε αυτή η ματιά που ρίχνει στον καθέναν μας, έρχεται να μας ανακαινίσει.  Και τότε αφού εμείς συναντηθούμε με τον εαυτό μας, είναι πολύ εύκολο να ανοίξει ο δρόμος να συναντηθούμε με τον άλλον. Γιατί όταν θα διαπιστώσεις ότι και εσύ έχεις κάνει το ίδιο λάθος, που και ο άλλος έχει κάνει, και σου κακοφαίνεται, τότε θα σταθείς απέναντί του με ειλικρίνεια και θα του πεις: «αδελφέ, δεν πειράζει για αυτό που έκανες. Και εγώ έχω κάνει περίπου τα ίδια. Έλα όμως να δούμε τι σου φταίει και το κάνεις, γιατί εγώ στον εαυτό μου το βρήκα. Έλα να μπούμε σε μια άλλη διαλεκτική, έλα να συναντηθούμε και να κουβεντιάσουμε και να συναντηθούμε σε προσωπικό επίπεδο, έλα να βάλουμε τις αστοχίες μας στην άκρη, έλα να βάλουμε τις διαφωνίες μας στην άκρη και να ζήσουμε εν ενότητι».

Ένας φιλόσοφος πάλι  του περασμένου αιώνα ο Βολτέρος λέει: «Δεν συμφωνώ ούτε με μια λέξη από όσα λες, αλλά θα υπερασπίζω και με το τίμημα της ζωής μου ακόμα, να λες ελεύθερα όσα πρεσβεύεις». Φανταστείτε, « δεν συμφωνώ μαζί σου ούτε για την ιδεολογία σου την πολιτική, ούτε την ποδοσφαιρική, ούτε την θρησκευτική, ούτε το χρώμα των ματιών σου, πάρα ταύτα δίνω και την ζωή μου για να εξασφαλίσεις το δικαίωμα σου να λες ελεύθερα ό,τι θες,  δηλαδή να είσαι προσωπικότητα σεβαστή, οντότητα πραγματική με κύρος, έστω και αν εμείς διαφωνούμε».

Για να συναντηθούμε αδελφοί με τον άλλον, πρέπει να βγούμε από τον εαυτό μας, πρέπει να νιώσουμε τον άλλον συνοδοιπόρο. Κλείνοντας, για να μην σας κουράσω άλλο,  θα σας μεταφέρω ένα στιγμιότυπο από μια διήγηση ενός Καθηγητή μας, ο οποίος ήταν ιεραπόστολος στην Αφρική. Εκεί λοιπόν, ανήμερα της Παναγίας, του ανατέθηκε να μιλήσει σε μια συστάδα από λασποκαλύβες σε μια ημιάγρια φυλή. Μίλησε στην αγγλική γλώσσα, παρότι δεν ήταν η αγγλική η μητρική του γλώσσα. Ωστόσο η θεολογική του σκέψη ήταν ελληνοκεντρική. Είχε διερμηνέα στην διάλεκτο των ιθαγενών, μια ημιάγρια φυλή που ούτε ρούχα φορούσαν καν, απλώς ένα ύφασμα εμπρός τους να μην φαίνεται η φύση τους. Ο αρχηγός της φυλής, περίπου εκατό ετών, τον άκουσε. Αυστηρός πολύ απέναντι του, μη μπορώντας να σηκωθεί στα πόδια του, αφού τελείωσε ο δάσκαλος έκανε νεύμα σε δύο παλικάρια να τον κρατήσουν στους ώμους τους. Διοικητής της φυλής εκεί παρεμπιπτόντως σημαίνει παπάς, δηλαδή μάγος, σημαίνει διοικητής, σημαίνει στρατιωτικός, σημαίνει όλα τα αξιώματα στο ίδιο πρόσωπο. Εντελώς αυστηρά λοιπόν σηκώνεται και του λέει: «Τι ζητάς πέραν των όσων μας είπες; τί ζητάς εσύ από εμάς; Τί ζητάς εσύ με τα ρούχα σου τα ωραία από εμάς τους γυμνούς; τι ήρθες να μας πεις; Αφού δεν ξέρεις τίποτα για εμάς για τον πολιτισμό μας, για την κουλτούρα μας. Και ο δάσκαλος που ήταν εκεί για να κάνει ιεραποστολή θα μπορούσε να του πει: « ήρθα να σας μιλήσω για τον αληθινό Θεό». Δεν είπε όμως αυτό,  αλλά του είπε άλλο πράγμα. «Σήμερα γιορτάζει η μάνα μου, γιατί την λένε Μαρία και επειδή πιστεύω ότι μια μάνα έχουμε όλοι, σε θεωρώ αδελφό μου και ήρθα να σε γνωρίσω και χαίρομαι που σε γνωρίζω γιατί είσαι μεγάλος στην ηλικία και ίσως σε ένα επικείμενο ταξίδι μου, ίσως να μην σε είχα προλάβει και νιώθω όμορφα που είμαι κοντά σου». Και ο αυστηρός διοικητής καταρρέει μπροστά στο δάσκαλο, τρέχουν τα μάτια του, του κάνει νόημα να πάει κοντά, δεν λέει «σουβλίστε τον αλλόθρησκο»,  αλλά τον παίρνει αγκαλιά τον καταφιλεί και τον προσκαλεί στην καλύβα του να φάνε μαζί στο ίδιο τσουκάλι.  Και ο δάσκαλος γυρνάει σε εμάς και λέει: «αυτή είναι η Εκκλησία του Χριστού, αυτή είναι η δυνατότητα που δίνεται στον άνθρωπο να συναντηθεί με τον άλλο».

Η πορεία λοιπόν είναι δύσκολη. Αξίζει όμως να ξεβολευτεί ο καθένας μας από το νησί του και να πάει με κωπηλασία στην απέναντι όχθη. Η απέναντι όχθη είναι δεδομένη για όλους τους χριστιανούς με βατήρες στον χρόνο και τον χώρο. Ο καθένας μας όμως πρέπει να κάνει το άλμα μόνος του και όταν το κάνει θα συναντηθεί με τον εαυτό του αληθινά, θα συναντηθεί με τον άλλον αληθινά και τότε εν τέλει θα έχει συναντηθεί με τον ίδιο τον Θεό. Αυτό που ακούσαμε απόψε στην παραβολή του Ζακχαίου, που σε μια ματιά τόσο γλυκιά ματιά  του Ιησού, εκείνος ανταποκρίνεται σε αυτόν τον μανιακό της ζωής, αυτό λείπει και σε εμάς. Αυτός είναι ο στόχος μας, αυτή είναι η προσέγγιση, ούτως ώστε ο καθένας να νιώθει αληθής και η σχέση του με τον εαυτό του και τους άλλους να διακατέχεται από αυτήν την αλήθεια. 

 Κλείνοντας λέγω τρεις στίχους του Σαίξπηρ: «Αν αγάπησες και πόνεσες, αγάπα περισσότερο. Αν αγάπησες περισσότερο και πόνεσες περισσότερο, αγάπα ακόμη περισσότερο. Αν αγάπησες ακόμη περισσότερο και πόνεσες ακόμα περισσότερο, αγάπα περισσότερο, ώσπου να μην πονάει άλλο. Εύχομαι λοιπόν οι σκέψεις μου να λειτουργήσουν στη διάνοια σας θετικά και ο καθένας μας να γίνουμε ένα φωτεινό παράδειγμα συνάντησης με τον εαυτό μας ,συνάντησης με τον άλλον, συνάντησης με τον ίδιο το Θεό.

Ευχαριστώ πολύ.

e-shop

eshop.png

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ

  • Διεύθυνση: Ρωμανιώλη 41, Αίγιο
  • Τηλέφωνα: 26910-21776 & 26910-21777
  • Φαξ: 26910-60127
  • E-mail: imkaigial@gmail.com

Στατιστικά

  • Εμφανίσεις Άρθρων 633535